Γράφει η Τζένη Γιαννοπούλου
Δίνεις.
Δίνεις από το λίγο σου, από το τίποτα σου, από την αντοχή σου.
Και κάθε φορά λες “δεν πειράζει, για αυτούς το κάνω”.
Μέχρι που δεν έχει μείνει τίποτα να δώσεις.
Και δεν το βλέπουν.
Δεν το νιώθουν.
Δεν το αναγνωρίζουν.
Το έχουν κανονίσει στο μυαλό τους πως έτσι είσαι: εκεί, πάντα. Διαθέσιμος. Υπομονετικός. Χρήσιμος.
Κι αν μια μέρα δεν μπορείς; Αν δεν αντέχεις;
Αν ξεμείνεις από δυνάμεις;
Σε μαλώνουν.
“Εσύ άλλαζες λάμπες όταν στο ζητούσα!”
“Εσύ μας άκουγες πάντα, τι έπαθες τώρα;”
“Εσύ δεν ήσουν που βοηθούσες με τα πάντα;”
Ναι. Εσύ ήσουν.
Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι το χρωστάς.
Ούτε ότι μπορείς για πάντα.
Ούτε ότι είναι αυτονόητο.
Ποτέ ένα “ευχαριστώ”.
Ποτέ ένα “σε κουράσαμε;”.
Ποτέ μια αγκαλιά δίχως απαίτηση.
Μόνο γκρίνια. Μόνο παράπονο. Μόνο “δεν έκανες”.
Όλα με βάση τις δικές τους ανάγκες.
Το δικό τους βόλεμα.
Το δικό τους “θέλω τώρα”.
Στη δουλειά;
Το ίδιο έργο.
Δουλεύεις υπερωρίες χωρίς να στο ζητήσουν.
Στρώνεις τα λάθη άλλων για να μη φανεί η αποτυχία.
Στέκεσαι για την ομάδα. Καλύπτεις αρρώστιες, απουσίες, ανικανότητες.
Και όταν μια μέρα πεις “δεν προλαβαίνω”;
Σε κοιτάνε λες και πρόδωσες κάτι ιερό.
“Εσύ δεν ήσουν που πάντα έμενες παραπάνω;”
“Μα καλά, πού είναι το πρόβλημά σου σήμερα;”
Το πρόβλημα είναι πως με συνήθισαν.
Και σταμάτησαν να με σέβονται.
Εσύ;
Άντε στρώσου πάλι.
Άντε βρες τρόπο.
Άντε δικαιολόγησε τους άλλους, γιατί “έχουν τις δυσκολίες τους”.
Εσύ δεν έχεις;
Εσύ δεν κουράζεσαι; Δεν στερεύεις; Δεν θυμώνεις;
Μην αφήσεις κανέναν να σε φθείρει επειδή σε συνήθισε.
Μην επιτρέπεις να σε πνίγουν με τις προσδοκίες τους και να σε κάνουν να νιώθεις ένοχος όταν απλά… δεν μπορείς.
Δεν είναι κακό να δίνεις.
Κακό είναι να ξεχνάς ότι είσαι άνθρωπος. Όχι μηχανή.
Και η αγάπη, η αφοσίωση, η βοήθεια, δεν είναι υποχρέωση.
Είναι επιλογή.
Που αν δεν εκτιμηθεί, να σταματά.
Γιατί η καρδιά που δίνει χωρίς αντάλλαγμα,
δεν είναι αδύναμη.
Είναι γενναία.
Και η πιο γενναία απόφαση που μπορείς να πάρεις,
είναι να μη σε αφήσεις να χαθείς για κανέναν.