Γράφει η Τζένη Γιαννοπούλου
Όχι, το να δίνεις συμβουλή χωρίς να στην έχουν ζητήσει δεν είναι νοιάξιμο. Δεν είναι φιλία. Και σίγουρα δεν είναι αγάπη. Είναι τοξικότητα τυλιγμένη με κορδέλα. Γιατί όταν κανείς δεν σου έχει ζητήσει γνώμη, δεν χρειάζεται να πεις στον άλλον τι να τρώει, πώς να ντύνεται ή πότε να βάψει τα μαλλιά του.
Όλοι έχουμε συναντήσει τέτοιους ανθρώπους. Αυτούς που εμφανίζονται με τον αέρα του ειδικού και την ανάγκη να «διορθώσουν»:
«Μην τρως πατάτες, βάλε σαλάτα» – λες και ο προορισμός της ζωής είναι να βόσκουμε.
«Να ξεκινήσεις γυμναστήριο» – γιατί προφανώς το σώμα τους είναι το μέτρο σύγκρισης του σύμπαντος.
«Πρέπει να βάψεις τη ρίζα σου» – λες και τα μαλλιά του καθενός είναι δημόσια υπόθεση.
«Ντύσου πιο κομψά» – γιατί φυσικά η ζωή είναι πασαρέλα και ο φούρνος απαιτεί σμόκιν.
Και μετά υπάρχουν οι «σύμβουλοι υγείας». Αυτοί που ξέρουν πάντα τον σωστό γιατρό, τη θαυματουργή δίαιτα, το απόλυτο μυστικό:
«Να πας σε αυτόν τον γιατρό, είναι σωτήρας!»
«Αν κόψεις το ψωμί, θα γίνεις άλλος άνθρωπος!»
«Δεν χάνεις κιλά γιατί δεν προσπαθείς αρκετά!»
Εκεί η τοξικότητα φτάνει στο απόγειό της. Γιατί υπονοεί πως ο άλλος δεν ξέρει το σώμα του, δεν νοιάζεται για την υγεία του, δεν κάνει ό,τι μπορεί. Λες και κάποιος ξένος ενδιαφέρεται περισσότερο για την ευεξία μας απ’ ό,τι εμείς οι ίδιοι.
Η πραγματικότητα είναι απλή: πίσω από το «στο λέω για το καλό σου» κρύβεται συχνά το «δεν είσαι αρκετός έτσι όπως είσαι». Αγάπη όμως δεν είναι να πιέζεις τον άλλον να χωρέσει στο δικό σου καλούπι. Αγάπη είναι να στέκεσαι δίπλα του στον δρόμο που ο ίδιος έχει επιλέξει, όποιος κι αν είναι αυτός.
Οπότε, την επόμενη φορά που κάποιος θα μοιραστεί αζήτητη «σοφία», ας το θυμηθούμε: η καλύτερη συμβουλή που μπορεί να δώσει κανείς, όταν δεν του την έχουν ζητήσει, είναι η σιωπή.