Γράφει ο Πάνος Θεοδώρου
“Δεν χρειάζεται να κουβαλάς όλον τον κόσμο στην πλάτη σου”, λένε οι έξυπνοι. Μα φυσικά και δεν χρειάζεται. Γιατί να κουβαλήσεις εσύ, τον “κόσμο”; Αυτόν τον κόσμο που έτσι κι αλλιώς σε έχει γραμμένο στα παλιά του τα παπούτσια; Αυτόν τον κόσμο που σε θέλει “κολλημένο” στην πλάτη σου, όχι για να σε ανακουφίσει, αλλά για να σε εκμεταλλευτεί, να σε στραγγίξει, να σε αφήσει μια κουρέλα και μετά να σε πετάξει στην άκρη, σαν το χρησιμοποιημένο χαρτομάντιλο;
Και γιατί να κουβαλάς τα βάρη των άλλων; Τις ενοχές τους, τις ανασφάλειές τους, τις ατελείωτες απαιτήσεις τους; Σου φόρτωσαν το “είσαι δυνατός”, το “εσύ μπορείς”, το “εσύ θα το βγάλεις πέρα”. Και το πίστεψες. Πόσο αφελής. Έτρεχες με τη γλώσσα έξω, προσπαθούσες να σώσεις ό,τι δεν σωζόταν, να επιδιορθώσεις ό,τι ήταν ήδη σαπισμένο. Και για ποιον; Για αυτούς που θα σε άφηναν να πνιγείς στην πρώτη ευκαιρία, απλά και μόνο επειδή το δικό τους βάρος ήταν πιο ελαφρύ χωρίς εσένα.
Μα φυσικά και δεν χρειάζεται να κουβαλάς όλον τον κόσμο. Μπορείς απλά να τον αφήσεις. Να τον αφήσεις να πέσει. Να τον αφήσεις να συντριβεί κάτω από το ίδιο του το βάρος. Να δεις τα “σημαντικά” πρόσωπα να τρέχουν πανικόβλητα, ψάχνοντας κάποιον άλλο να τους φορτωθούν. Να τους δεις να χάνουν τον προσανατολισμό τους, να χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους, γιατί ο “δυνατός” κρύφτηκε. Ο “βαστάζος” απεργεί.
Είναι τόσο απλό. Απλώς, δεν το πίστευες. Σου έμαθαν να πιστεύεις στην αυτοθυσία, στην αλτρουιστική βλακεία, στην “αγάπη” που σε κάνει να υποφέρεις για χάρη των άλλων. Ξέχνα τα. Πάρε την πλάτη σου πίσω. Άδειασε την. Και κοίταξε πόσο πιο ελαφρύς θα νιώσεις. Πόσο πιο ελεύθερος. Χωρίς τον κόσμο στην πλάτη σου. Χωρίς κανέναν. Γιατί στο τέλος της μέρας, ο μόνος που θα είναι εκεί για να σε σηκώσει, αν πέσεις, θα είσαι εσύ. Και μην περιμένεις ούτε ένα “ευχαριστώ” από κανέναν από αυτούς που κάποτε κουβαλούσες. Δε χρειάζεται. Η ελευθερία σου είναι η καλύτερη ανταμοιβή.