Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Δεν φταις εσύ αλλά εγώ. Μην στεναχωριέσαι δεν ψάχνω για δικαιολογίες και για αφορμές. Δεν με νοιάζουν οι αιτίες. Εδώ καλά – καλά δεν με νοιάζει το αποτέλεσμα. Ο τρόπος με νοιάζει. Η φυγή σου, σα να το επεδίωξα εγώ, σα να έφταιγα εγώ και σε ανάγκασα να φύγεις.
Όταν με χώρισες ένιωσα πως έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου. Δεν είναι ότι δεν το έβλεπα ή δεν το περίμενα. Είναι που κανείς από τους γύρω μας, ούτε καν εγώ δεν πίστευα ποτέ ότι εσύ μια μέρα θα με άφηνες. Ότι θα ερχόταν ένα πρωί που θα αποφάσιζες ότι δεν θα θες να ξυπνάς και να κοιμάσαι δίπλα μου, ότι τα όνειρά σου δεν θα έχουν εμένα μέσα και ότι το μαξιλάρι μου δεν θα έχει το σχήμα του κεφαλιού σου.
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα ήθελες να φύγεις. Δεν έλεγα ότι δεν θα αντέξεις μακριά μου, κάθε άλλο. Ποτέ μου δεν σε θεώρησα δεδομένη, αντίθετα με εσένα. Είναι βλέπεις που εγώ, ο ανόητος, πίστευα στα λόγια σου, στις μεγάλες αυτές υποσχέσεις σου και στις βαρύγδουπες δηλώσεις σου, στο «πάντα» και στο «ποτέ» σου. Θεωρούσα ότι μαζί μου θα άλλαζες… Νόμιζα ότι το πεπερασμένο μυαλό σου θα μπορούσε να ξεπεράσει τον εαυτό του και τα όρια στα οποία είχες μάθει να ζεις. Πίστευα ότι θα ζούσες μια ζωή μαζί μου.
Όρια… Πόσο χαζό ακούγεται όταν εσύ με έμαθες να ξεπερνάω τον εγωισμό μου και τον εαυτό μου προκειμένου να τρέχω από πίσω σου; Όταν το να σέρνομαι και να σε παρακαλάω έμοιαζε αυτοσκοπός και έρωτας. Πως τα κατάφερνες πάντα όλα να τα φέρνεις στα μέτρα σου; Μονά – ζυγά δικά σου.
Ακόμη και τώρα, κατηγορώ τον εαυτό μου για την φυγή σου. Γιατί δεν ήμουν ικανός να σε κρατήσω, γιατί ήμουν πολύ «μικρός» για τα μεγάλα «θέλω» σου και πολύ «λίγος» για τον πολύ εγωισμό σου.
Συγχώρεσέ με! Εγώ φταίω. Έπρεπε να το περιμένω ότι θα έφευγες τελικά. Το έβλεπα ότι δεν σε χωρούσε ο τόπος. Φαινόταν στα αμέτρητα αναπάντητα μηνύματά μου και στις χαμένες κλήσεις μου, στις ατελείωτες ώρες σιωπής σου που προτιμούσες να σκεπάζεσαι με τη μοναξιά σου παρά με τα χέρια μου. Το έβλεπα αλλά δεν ήθελα να το καταλάβω. Μου αρκούσε ένα σε αγαπάω για να βγάλω το σκασμό για μέρες… Κι ας έφερνα τον κόσμο ανάποδα, κι ας έσκαγα κι εσένα, για να σε κάνω να μου το πεις. Μου αρκούσε η ψευδαίσθηση των λεγομένων σου. Το παραμύθιασμα μονάχα.
Δεν φταις εσύ σου λέω που έφυγες. Τι να έκανες εδώ πέρα άλλωστε; Δεν ήσουν ποτέ σου για τα πολλά, μονάχα για τα εύκολα και τις «εύκολες».
Συγγνώμη που δεν ήμουν έτσι εγώ. Συγγνώμη που για μένα κάποιες λέξεις έχουν ουσία και νόημα όπως ένα «σε αγαπώ» κι ένα «για πάντα». Την επόμενη φορά θα προσέχω. Και δεν θα φταίω εγώ για τίποτε τότε.