Γράφει η Γεώρα
Ω να σου γαμήσω! Αυτό μου ήρθε στο μυαλό όταν με πλησίασες σε απόσταση φιλιού! Εντάξει για την ακρίβεια, είπα « Ω να σου γαμήσω, θα μπλέξουμε!» Και η ειρωνεία είναι πως ενώ είπα έτσι, ήθελα απεγνωσμένα να μπλέξουμε εμείς οι δύο. Αλλά δεν το περίμενα.
Πήγαμε τη βόλτα μας, ήπιαμε το κρασάκι μας, γελάσαμε, μιλήσαμε, ενδιάμεσα εγώ σκεφτόμουν, τι στο καλό σου βρήκα και έχω φάει τέτοιο κόλλημα μαζί σου, ενώ αισθανόμουν τόσο ωραία και ταυτόχρονα περίεργα που με κοιτούσες. Ωραία και αρκετά σέξι μπορώ να πω γιατί δεν πήρες τα μάτια σου από πάνω μου, όλο το βράδυ. Λες και οι υπόλοιποι στο χώρο δεν υπήρχαν. Και περίεργα γιατί ποτέ δεν ήσουν έτσι απέναντί μου.
Σε κάποια φάση, όταν μου χαμογέλασες και δάγκωσες για μια στιγμή τα χείλη σου, ένιωσα σαν κοριτσάκι που οι πεταλούδες έσκασαν στο στομάχι της! Αλλά ήσουν κύριος! Δεν έκανες τίποτα χυδαίο και προσβλητικό. Ωστόσο δεν είπες κάτι που να με κάνει να καταλάβω πως ίσως και εσύ ενδιαφερόσουνα για εμένα. Έτσι θεώρησα πως όλη αυτή η έλξη ήταν μονόπλευρη.
Τώρα όμως, καθώς ήρθαμε σπίτι μου και με καληνύχτισες, όταν άνοιξα την πόρτα, βγήκα και την έκλεισα, εσύ βγήκες, φώναξες το όνομά μου και με άρπαξες απαλά από το χέρι, με γύρισες και στην κυριολεξία ήρθαμε σε απόσταση φιλιού! Μου κόπηκαν τα πόδια. Ενώ τώρα που με κοιτάς έτσι μέσα στα μάτια, ω ανάθεμα, ας μπλέξουμε εμείς οι δύο σκέφτομαι! Ας μπλέξουμε! Και ό,τι θέλει ας γίνει!