Γράφει η Ελένη Κασιμάτη
Ξέρεις πώς είναι. Το έχεις ζήσει, το έχω ζήσει, το ζούμε όλοι κάποια στιγμή. Εκείνες οι σχέσεις που ποτέ δεν ήταν ολοκληρωμένες, ποτέ δεν έγιναν αυτό που θα μπορούσαν να είναι. Σχέσεις που στέκονταν κάπου ανάμεσα στο «μαζί» και στο «χώρια», αφήνοντάς μας να αιωρούμαστε σε μια παράξενη, ανυπόφορη εκκρεμότητα.
Όταν μιλάμε για «σχεδόν» σχέσεις, δεν μιλάμε για κάτι ελαφρύ. Μιλάμε για βαριά μοναξιά. Γιατί το «σχεδόν» είναι ο χειρότερος τύπος σχέσης. Δεν είσαι μόνος, αλλά νιώθεις τη μοναξιά πιο έντονη από ποτέ. Δεν είσαι με κάποιον πραγματικά, αλλά υπάρχει μια παρουσία που γεμίζει το χώρο χωρίς να αγγίζει την ψυχή σου.
Το «σχεδόν» πονάει γιατί είναι μια συνεχή υπενθύμιση αυτού που δεν έχεις. Είναι η αγκαλιά που δεν σε γεμίζει. Είναι τα λόγια που μένουν μισά, οι υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν, οι στιγμές που περίμενες και δεν ήρθαν ποτέ. Είναι η ελπίδα που σε κρατάει, αλλά σε αφήνει κενό.
Και τι κάνουμε; Μένουμε. Μένουμε γιατί φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι, κι ας είμαστε ήδη. Μένουμε γιατί πιστεύουμε ότι ίσως, αν προσπαθήσουμε λίγο ακόμα, το «σχεδόν» θα γίνει «ολόκληρο». Μένουμε γιατί το «σχεδόν» μοιάζει καλύτερο από το τίποτα.
Αλλά ξέρεις τι; Δεν είναι. Το «σχεδόν» είναι το τίποτα που ντύθηκε με μια ψευδαίσθηση. Είναι το άδειο δωμάτιο που έχεις διακοσμήσει με όνειρα που δεν θα γίνουν ποτέ πραγματικότητα. Είναι το ψέμα που λες στον εαυτό σου για να μην παραδεχτείς ότι σου αξίζει κάτι περισσότερο.
Και κάποια στιγμή, το καταλαβαίνεις. Ότι το «σχεδόν» δεν είναι σχέση. Δεν είναι αγάπη. Είναι απλώς ένας τρόπος να καθυστερείς το αναπόφευκτο. Γιατί η αληθινή αγάπη, η αληθινή σύνδεση, δεν αφήνει περιθώριο για «σχεδόν». Είναι ή όλα ή τίποτα.
Κι όταν το καταλάβεις, τότε ίσως βρεις το θάρρος να αφήσεις το «σχεδόν» πίσω. Να κάνεις χώρο για κάτι αληθινό. Για κάτι που δεν θα σε αφήνει να αναρωτιέσαι αν αρκείς. Γιατί σου αξίζει το «ολόκληρο». Όχι το «σχεδόν».