Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Κάτι που δεν θα ήθελες να έχει γίνει. Κάτι που μοιάζει σαν να μην πέρασε ποτέ.
Κάτι σαν «αληθινό» ψέμα που αρνείσαι να το δεις.
Όλοι κάποτε πιστέψαμε σε ένα ψέμα.
Όχι γιατί δεν το είδαμε αλλά γιατί μας άρεσε. Μας έβγαλε από την καθημερινότητα μας, έτσι λέει.
Πιστέψαμε πως θα ήταν αλήθεια.
Φαντάσου!
Φαντάσου πόσο ανάγκη το είχαμε για να το πούμε αλήθεια. Το ψέμα, αλήθεια.
Αφού το βλέπεις γιατί το αφήνεις να μπει μέσα σου;
Δεν μπορείς όμως να δεις στην αλήθεια του. Δεν μπορείς όμως να κάνεις πίσω.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί τα ψέματα φαντάζουν όμορφα σαν τα παλάτια που χτίζαμε μικροί στην άμμο. Γιατί εκεί μέσα ήταν όλα μαγικά. Μαγικά, δηλαδή ψεύτικα. Γιατί λάμπουν από την κορυφή τους έως τα νύχια. Αλλά το μαύρο μέσα τους δεν το βλέπει κανείς γιατί μας θαμπώνει το αστραφτερό περιτύλιγμά τους.
Γιατί το ψέμα είναι ωραίο όταν το τρως και δεν σε αφήνει να σκεφτείς το μετά. Η ανάγκη σου σε κάνει να το πιστεύεις. Η ανάγκη σου να πιστέψεις και να πιαστείς από κάτι, από κάπου, έστω και αν εκείνο το κάτι είναι σκουπίδι που έρχεται από τον υπόνομο, ότι πιο βρώμικο και σιχαμερό.
Το όμορφο ψέμα όμορφα ακούγεται όμως τόσο όμορφα καίγεται. Σαν σπίρτο που αρπάζει αμέσως φωτιά και γίνεται στάχτη σε δευτερόλεπτα.
Το όμορφο ψέμα, όμορφα γδύνεται!