Γράφει η Δήμητρα Γιαννοπούλου
Άλλη μια χρονιά, που εσύ δε γιορτάζεις αυτή τη μέρα.
Κι όχι γιατί δεν απέκτησες ποτέ σου παιδί, αλλά γιατί το παιδί σου δεν απέκτησε ποτέ του πατέρα, πατέρα…
Κι ίσως εσύ, αυτή τη μέρα, να την περνάς όπως τόσες και τόσες, χωρίς να ταράζει τίποτα απολύτως την ρουτίνα σου. Όμως, εγώ, πατέρα, αυτή τη μέρα, κάθε χρόνο, κρατώ μια ζωγραφιά στα χέρια μου, που ποτέ δεν καταφέρνω να σου δώσω.
Είμαι λίγο πριν τα τριάντα, μπαμπά, κι έχω ακόμη τη ζωγραφιά που έκανα στο σχολείο, για να στη χαρίσω, όπως μας είχε πει τότε η δασκάλα.
Έχουν αρχίσει να ασπρίζουν τα μαλλιά μου, μπαμπά, κι όμως, καμιά φορά ξεχνιέμαι. Γίνομαι πάλι επτά χρονών και με την παιδική μου αφέλεια, σε ρωτάω :”Γιατι, μπαμπά; Αφού ζεις, εγώ γιατί δεν έχω μπαμπά;”.
Δεν έχω πολλά να θυμάμαι από σένα. Μονάχα ένα κενό μέσα μου, που όσο μεγάλωνα, μεγάλωνε κι εκείνο .
Όμως όχι πια, μπαμπά. Έχω μάθει να ζω έτσι. Να γελάω και να λείπεις. Να κλαίω και να λείπεις. Να είμαι άρρωστη και να λείπεις. Να φοβάμαι, μπαμπά, και να λείπεις. Έχω μάθει πια να ζω και να λείπεις. Έχω μεγαλώσει, μπαμπά, κι επιτέλους έχω καταλάβει, πως το κενό της απουσίας σου, δε θα γεμίσει ποτέ. Δεν ψάχνω πια υποκατάστατα, μπαμπά! Δεν αναπολώ τις ελάχιστες οικογενειακές μας στιγμές, μπαμπά, γιατί ήσουν πάντα πολύ θυμωμένος και φωναζες στη μαμά.
Θύμαμαι, όταν άκουγα το αυτοκίνητό σου και καταλάβαινα πως ήρθες, έτρεχα έντρομη στο δωμάτιό μου, κλείνοντας την πόρτα, για να μη σε ακούσω να φωνάζεις πάλι, μπαμπά. Μεγάλωσα – κι ευτυχώς – τώρα ξέρω πως δε φταίω εγώ, που δεν παίζαμε, μπαμπά. Που δε με πήρες ποτέ απ’ το σχολείο. Που δε με πήγες ποτέ στο μπαλέτο. Μεγάλωσα, μπαμπά, και τώρα ξέρω πως ποτέ δε φταίνε τα παιδιά!
Μεγάλωσα και δε σε φοβάμαι πια, μπαμπά! Μ’ ακούς; Και, μπαμπά, μεγάλωσα πολύ, για να κρατάω ακόμη αυτή τη ξεθωριασμένη ζωγραφιά… Δεν έχω πια την ανάγκη να σ’ τη δώσω. Και σ’ευχαριστώ πολύ, γι’ αυτό. Σ’ευχαριστώ που μου έμαθες να μη μου λείπεις. Να μη σε χρειάζομαι. Κι αν με διαβάζεις τώρα, μπαμπά, αυτό είναι το πρώτο δώρο, που σου κάνω, για τη γιορτή του πατέρα.
Κι είμαι σίγουρη, πως – έστω και λίγο – θα είσαι περήφανος σήμερα, για το μικρό εκείνο, φοβισμένο κοριτσάκι, μπαμπά,που μεγάλωσε και καταφέρνει να ζει, χωρίς να σε φοβάται.