Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Εκείνο το πρωίνο ξυπνησε με άλλη διάθεση.
Όλο το βράδυ πάλευε με αμφιβολίες και ενοχές.
Βουρδούλιζε το μυαλό του το προηγούμενο βράδυ.
Όσο του φώναζε να βγάλει το σκασμό εκείνο λογομαχουσε με τα πρέπει και τα μη! Με τις σκέψεις, τι είναι λάθος και τι σωστό.
Και άραγε ο μεγάλος έρωτας αυτό το άλλο σου μισό που λένε, υπάρχει πανω στη γη; Ή είναι ουτοπία; Ένα βήμα μπροστά εσύ δέκα βήματα πισω το άλλο σου μισό.
Όλο το βράδυ αντιστέκονταν στη αλήθεια! Δεν την άφηνε να βγει στην επιφάνεια, δεν την άφηνε να δείξει τα νυχια της και το λυγερό κορμό της, όμως η αλήθεια παντα φανερώνεται.
Και εδώ η μοναδική αλήθεια ήταν το πόσο πολυ την είχε ερωτευτεί! Ότι δεν εβγαίνε από την σκέψη του λεπτό.
Ουτοπία ή όχι το έβλεπε πλεον ξεκάθαρα, ότι άργησε πολυ και δεν ήθελε να αργήσει λεπτό παραπανω!
Όλο το βράδυ πάλευε, το πρωί ξυπνησε όμως έτοιμος να αναμετρηθεί με την μεγαλυτερη φοβία του!
Να σταθεί όρθιος απέναντι της και να της πει την αλήθεια!
Πόσο την αγαπάει, ότι όταν τον σφίγγει με δυναμη στη αγκαλιά της, δεν τον πνιγει παρα μόνο τον ηρεμεί.
Την ασφαλεια που νοιώθει μαζί της! Ότι είναι μοναδική.
Έβγαλε λοιπον την πανοπλια του ιππότη. Πέταξε τον μανδυα του ισχυρού και ήταν έτοιμος για το ακριβοτερο δώρο! Να ανοίξει την αγκαλια του και την ψυχή του!
Της άπλωσε το χέρι και της είπε να έρθει σαν να ήταν πάντα εδώ!
Και εκείνη; Εκείνη επεσε στη αγκαλιά του.
Άλλωστε τον είχε βαφτίσει αγάπη από την πρωτη τους στιγμή.
“Ελα σαν να ήσουν πάντα εδώ.”