Να μην εμφανιστείς σε κανένα επόμενο απόψε μου..
Γράφει η Λέλα Μάνου
Κι άντε και πες πως απόψε γράφω για σένα.
Τι μπορώ να γράψω, μου λες; Αφού δεν κατάφερα να σε μάθω. Έμαθα για σένα…
Όχι όμως εσένα!
Έμαθα πού μένεις, πού δουλεύεις, πώς πίνεις τον καφέ σου, το ποτό σου, πώς οδηγείς, πώς λένε τις αδερφές σου, σε ποιο συρτάρι βάζεις το αλουμινόχαρτο.
Τι σκεφτόσουν όμως όταν ήμασταν μαζί, δεν το έμαθα ποτέ.
Αν ένιωθες κάτι, καθέ φορά που με φιλούσες, παραμένει κι αυτό άγνωστο.
Στα μάτια σου δεν κατάφερα να διακρίνω τίποτα άλλο πέρα απ’ το χρώμα τους :καστανό. Και μη βιαστείς να μου πεις πως φταίω εγώ που δε σε έμαθα,γιατί σε έδιωξα. Εσύ έφυγες.
Ή μάλλον, εσύ δεν ήρθες ποτέ τόσο κοντά, όσο είχα την ανάγκη να σε νιώσω.
Κι ας κάναμε έρωτα, κι ας πότισαν τα σεντόνια σου με τον ιδρώτα μας, κι ας πλύθηκα με το αφρόλουτρό σου… Εσύ έδειχνες πάντα τόσο απαθής, τόσο απόμακρος, με το τόσο φρικτά ανέκφραστο πρόσωπό σου.
Εγώ το μόνο που έκανα, ήταν να σε απαλλάξω από την μάλλον βαρετή παρουσία μου, τις μάλλον κουραστικές ερωτήσεις μου, τις μάλλον απαιτητικές ανάγκες μου, τις μάλλον ηλίθιες προσδοκίες μου.
Μα κυρίως φρόντισα να σε απαλλάξω από έναν, μάλλον έρωτα!
Ήσουν πολύ ωραίος, πολύ ορθολογιστής και πολύ “νορμάλ”, για να άντεχες να γνωριστούμε.
Κι αφού ποτέ σου δε με θέλησες πολύ, να μη με θες καθόλου από δω και πέρα.
Αφού ούτε σήμερα ήμουν η πρώτη σκέψη σου, να μη διανοηθείς να με σκεφτείς ξανά.
Κι αφού απόψε, εσύ δε θέλησες να με δεις…
Αφού απόψε εσύ είσαι αλλού κι εγώ είμαι εδώ και σου γράφω κάτι που ποτέ δε θα διαβάσεις…
Να μην εμφανιστείς σε κανένα επόμενο απόψε μου. Θα λείπω.