Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Σ’ εκείνο το καθρέφτισμα σε είδα όπως δεν σε είχα δει ποτέ.
Όχι με μάτια γεμάτα ερωτηματικά, αλλά με βλέμμα που ήξερε.
Πως αυτή τη φορά, τίποτα δεν χρειαζόταν να ειπωθεί.
Έσκυψα και σε φίλησα.
Όχι γιατί έπρεπε.
Γιατί δεν γινόταν αλλιώς.
Εκεί, στο φόντο της θάλασσας και του δρόμου, μέσα στο μικρό στρογγυλό καθρέφτη, χώρεσε όλη η ζωή που δεν ήξερα ότι έψαχνα.
Το γέλιο σου δεν ήταν καθαρό. Ήταν γεμάτο φωτιά.
Σαν υπόσχεση που δεν ειπώθηκε, αλλά την πίστεψα.
Κι ήθελα να παγώσω εκείνη τη στιγμή.
Να παγώσω το βλέμμα σου, τη μυρωδιά σου, το χαμόγελο που ξέφευγε από τα χείλη σου σαν μικρό θαύμα.
Να μπορώ να γυρνάω πάντα εκεί.
Να σε φιλάω ξανά και ξανά.
Να σε βλέπω να γελάς έτσι.
Να ξέρω ότι, όσο εσύ γελάς, όλα τα άλλα δεν μετράνε.
Γιατί, αγάπη μου, όλος ο κόσμος μπορεί να χαλάσει γύρω μας.
Αλλά εγώ;
Εγώ θα είμαι πάντα εκεί:
Να φιλάω το γέλιο σου.