Γράφει ο Άρης Γρηγοριάδης
Ήταν ένα φιλί που δεν έφυγε ποτέ από πάνω σου.
Ούτε όταν άλλαξες σπίτι. Ούτε όταν ξέχασες αριθμούς τηλεφώνων και έκαψες παλιά μηνύματα.
Ούτε όταν τον μίσησες.
Ή, μάλλον, ειδικά τότε.
Γιατί υπάρχουν φιλιά που χαράζουν, όχι από έρωτα. Από ψέμα.
Απ’ αυτό το ύπουλο δευτερόλεπτο που φιλήθηκες σαν να σε διάλεξαν, ενώ σε είχαν ήδη προδώσει.
Απ’ αυτό το φιλί που σε έκανε να πιστέψεις, ενώ είχαν ήδη τελειώσει όλα.
Ήξερες.
Όχι από την αρχή, ίσως. Αλλά το ήξερες.
Το ένστικτο χτυπούσε, το σώμα σου αντιδρούσε, κάτι μέσα σου φώναζε.
Αλλά εσύ το φίλησες πίσω. Γιατί ήθελες να πιστέψεις πως αυτή τη φορά ήταν αλήθεια.
Και το αληθινό πονάει λιγότερο απ’ το μάταιο, σωστά;
Μερικά φιλιά ήταν ψεύτικες υποσχέσεις ντυμένες με πάθος.
Ήταν ένα «σ’ αγαπάω» που δεν ειπώθηκε ποτέ, αλλά υπονοήθηκε, με τρόπο φονικό.
Ήταν η αρχή του τέλους, που νόμιζες ότι είναι η αρχή της αγάπης.
Και ναι, δεν τελειώνουν.
Γιατί κάτι τέτοια φιλιά, που τα δίνεις με όλο σου το είναι,
που τα πίνεις σαν νερό στην έρημο,
είναι αυτά που σε σπάνε πιο πολύ όταν καταλάβεις πόσο ψεύτικη ήταν η δίψα που νόμιζες ότι έσβηναν.
Η προδοσία δεν είναι πάντα μια μαχαιριά.
Καμιά φορά είναι ένα φιλί.
Μαλακό, αργό, σχεδόν τρυφερό.
Που όμως σε σβήνει λίγο λίγο.
Κι έτσι μένει.
Σαν σκιά στο στόμα. Σαν ανάμνηση στο δέρμα.
Ένα φιλί που δεν το ζήτησες να κρατήσει για πάντα.
Αλλά το έκανε.
Γιατί δεν τέλειωσε όταν έφυγε.
Τέλειωσε όταν κατάλαβες τι σήμαινε.
Και τότε, ξεκίνησε για πάντα.