Γράφει η Αμάντα Παναγιώτου
Και τώρα τι;
Μετά από εσένα που;
Μόνη μου σε ένα κόσμο που μοιάζει τόσο αχρωμος.
Βυθισμένη σε σκοτάδια με δάκρυα που αφήνουν τις πιο βαθιές ουλές στο πρόσωπο μου.
Κομμένες ανάσες και ένα τέλος που πονάει όσο δε φαντάζεται ανθρώπινος νους.
Κλέφτες ματιές στο τότε στέκι μας και εσύ πάντα με τη πλάτη γυρισμένη.
Μου έλειψε το πρόσωπο σου, μου έλειψε και το δικό μου κοιταζωντας εσένα.
Άραγε δε θα γυρίσεις ποτέ;
Πάντα θα πονάω τόσο πολύ;
Πότε θα περάσει όλο αυτό;
Αναπάντητα θα μείνουν όλα αν ποτέ δε ξανά ακούσω τη φωνή σου.
Να παρακαλάω για λίγο έλεος, για μια ματιά, για ένα “γεια”.
Πως έγινα έτσι;
Τι έφταιξε; Αφού κάποτε με αγαπησες πολύ.
Που είσαι τώρα;
Πόσες ερωτήσεις, πόσα γιατί, πόσα δεν αντέχω άλλο.
Μπροστά μου γκρεμός και εγώ φλερτάρω τόσο έντονα μαζί του.
Άνθρωποι αδιάφοροι παντού, δεν είναι εσύ.
Τίποτα δεν είναι εσύ και ξέρω πως τίποτα ποτέ δε θα σου μοιάσει.
Με άφησες και με άφησα και εγώ.
Δίπλα μου κανείς, επιλογή μου είναι θα φωνάξω και ύστερα πάλι θα σκεπαστω με εκείνο το σεντόνι που έχει ποτίσει το άρωμα σου.
Κατάθλιψη μου είπαν, αγάπη είπα εγώ και έφυγα μακριά.
Έρχομαι να σε βρω, θα σε δω και ας υποφέρω χίλιες μετά.
Εγώ είμαι άνοιξε.
Σε αγκάλιασα και ύστερα ξύπνησα…