Γράφει η Αντζέλικα Θεοφανίδη
Κλωστές οι άνθρωποι. Κλωστές που άλλοτε περιπλέκονται και άλλοτε χωρίζουν και ξανασμίγουν. Υπάρχουν και εκείνες που αν και κάποτε ήταν ένα κουβάρι αγάπης, τώρα πλέον έχουν γίνει ένα κουβάρι θυμού. Κάθε άνθρωπος και μια κλωστή.
Κάθε κλωστή και ένας δρόμος που σμίγει με άλλους δρόμους μικρούς και μεγάλους. Αδιέξοδα, ανηφόρες, κατηφόρες, διασταυρώσεις. Ένας δρόμος η ζωή μας, μα ποτέ μια ευθεία. Με λογής λογής συναντήσεις, συναναστροφές και γνωριμίες.
Άνθρωποι που μας βρίσκουν στην αρχή, στα μισά ακόμη και στο τέλος. Με κάποιους από αυτούς ακόμη και αν οι δρόμοι σας χωρίσουν, κάποια περίεργη αόρατη δύναμη σας ξανασμίγει. Είναι λες και οι κλωστές που υφαίνουν τις ζωές σας να είναι φτιαγμένες από το ίδιο υλικό και προσελκύουν η μία την άλλη με ένα τρόπο μυστηριακό.
Είναι αυτοί που αν και χαθήκατε, όταν ξαναβρίσκεστε είναι λες και δεν άλλαξε τίποτα με την πάροδο του χρόνου. Με κάποιο τρόπο η ζωή σας φέρνει ξανά, στα ίδια μονοπάτια γιατί ξέρει πως δεν σμίγουν εύκολα οι άνθρωποι και οι ψυχές. Μπορεί να μιλάνε οι ψυχές σας, οι ματιές σας, τα σώματα σας. Ό,τι και να συμβαίνει, ότι και να προηγήθηκε και χώρισαν οι δρόμοι σας για κάποιο λόγο η ζωή σας έφερε ξανά κοντά.
Εννοείται πως κάποιες κλωστές κόβονται από ρίζας με κάποιους ανθρώπους, και η μοίρα φροντίζει να μην ξανά αντικρίσουμε τα μάτια που μας πόνεσαν ή τα χείλη που μας πρόδωσαν και μας τσάκισαν. Λίγοι είναι αυτοί, που όπως τα κύματα, επιστρέφουν στη στεριά μας.
Δεν έμειναν ναυάγια ερημωμένα και ξεχασμένα. Αναδύθηκαν και τα φύσηξε ο αέρας προς τη στεριά μας. Αν είναι αέρας καθαρός θα δείξει η πορεία. Εσύ αγκάλιασε το παιχνίδι της μοίρας γιατί ξέρει τι κάνει.