Γράφει η Κική Γιοβανοπούλου
Να προσπαθώ να σε πλησιάσω. Να πασχίζω να σου δείξω πώς νιώθω. Να κάνω ότι μπορώ για να με δεις, να μ’ αισθανθείς… Κάθε μου βήμα προς το μέρος σου, προσεχτικό κι επιφυλακτικό. Να μη σ’ ενοχλήσει, να μη σε κάνει να νιώσεις πίεση.
Να καταπιέζω αυτά που νιώθω, μη και σε φοβίσουν, μη και σε σπρώξουν μακριά. Ν’ αφήνω με δόσεις τα συναισθήματά μου μπροστά στα πόδια σου, μην τρομάξεις απ’ τα πολλά μου.
Να προσπαθώ. Ξανά κι ξανά. Κι εσύ να κλείνεις τα μάτια και την αγκαλιά σου.
Αλήθεια, αναρωτιέσαι γιατί έφυγα; Εσύ δεν ήσουν αυτός που μου έδειχνε συνεχώς την πόρτα;
Ως πότε θα έπρεπε να βασανίζω την ψυχούλα μου για ψίχουλα; Ως πότε θα έπρεπε να φθείρω την καρδιά μου; Ως πότε θα έπρεπε να περιμένω να νιώσεις, να καταλάβεις, να δεχτείς; Ως πότε να μείνω να περιμένω, αυτό που μπορεί να μην έρθει και ποτέ;
Κουράστηκα μάτια μου! Κουράστηκα να προσπαθώ και να ζυγίζω το πώς, το πόσο και το αν θα έπρεπε να σου δείξω τι νιώθω. Κουράστηκα να προσπαθώ και να πέφτω σε τοίχο. Κουράστηκα απ’ τα “δεν ξέρω” και τα “ίσως” σου. Κουράστηκα να προσπαθώ κι εσύ να επιμένεις να μ’ αφήνεις να σ’ αφήσω… Γιατί εσύ το έκανες μωρό μου. Εσύ μ’ άφησες να σ’ αφήσω…