Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Νοιώθω πάλι αυτό το κενό, τα μέσα μου βράζουν.
Αλλά απ’ έξω δεν νοιώθω τίποτα.
Είναι που η αδιαφορία με πλήττει και με πληγώνει.
Να θυμάσαι ότι η αδιαφορία είναι το σκληρότερο ”αντίο”.
Φεύγω κι αυτήν την φορά το ταξίδι μου θα είναι διαφορετικό.
Γιατί στον εαυτό μου θέλω να λέω μόνο αλήθειες.
Κι η αλήθεια είναι ότι η αδιαφορία σου με σκότωνε, με μείωνε και δεν μου άξιζε.
Και κάθε φορά που σε κοιτάζω αισθάνομαι ότι έπρεπε να είχα φύγει τότε.
Την πρώτη φορά που με πλήγωσες, την πρώτη φορά που έχωσες το μαχαίρι στην καρδιά μου.
Τότε θα ήταν όλα αλλιώς.
Δεν συγκινείται η καρδιά με μια πρώτης τάξεως αδιαφορία.
Δεν συγκινείται η καρδιά με μισά δείγματα ενδιαφέροντος.
Η καρδιά συγκινείται με μια κίνηση αγάπης.
Η καρδιά συγκινείται με τον παλμό της ψυχής που αναβλύζει βαθιά συναισθήματα.
Στα ρηχά συναισθήματα, τα μιας χρήσης, τα ψεκάστε σκουπίστε τελειώσαμε η καρδιά αντιδρά επικίνδυνα.
Με μια άμεση απομάκρυνση απ’ το ταμείο.
Ωραίο πράγμα το ξενέρωμα, το γουστάρω πολύ!
Τραβάς τις κόκκινες γραμμές σου, τραβάς τον δρόμο σου μπροστά, δεξιά, αριστερά κι όπου σε βγάλει.
Αρκεί να μην είναι δίπλα του.
Γιατί έδωσες πολλά χωρίς αντίκρισμα, αλλά δεν μετάνιωσες, έμαθες πως σε κάθε βηματισμό, σε κάθε στιγμή η ζωή κάτι θα σου δώσει.
Κάτι που σου αξίζει, κάτι που σε ολοκληρώνει και σε κάνει σοφότερο, καλύτερο.
Δεν καψουρεύομαι με την αδιαφορία, ίσα ίσα ξενερώνω.
Κι αν ξενερώσω δύσκολα επανέρχομαι στις εργοστασιακές ρυθμίσεις.
Γι’ αυτό σου λέω, μετά το ξενέρωμα, η επιστροφή δεν έχει νόημα