Γράφει η Ειρήνη Αντωνάκη.
Ήθελες να με αλλάξεις από τη πρώτη στιγμή.
Με έβαλες σε καλούπι και με όριζες όπως επιθυμούσες.
Δεν είχες κανένα δικαίωμα να με κάνεις μαριονέτα σου και να με οδηγείς εκεί που ήθελες.
Εγώ βούλιαζα μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, με έχανα.
Πάγωνα τα συναισθήματα για να μην ξεσπάσουν. Συνέχεια ακόνιζες το μυαλό σου για να μου δημιουργείς συνεχόμενες ανασφάλειες μέχρι που κατάφερες να μου φυτέψεις το φόβο που τόσο μισούσα.
Ξαφνικά όμως τα συναισθήματα έσκασαν και εγώ ένιωσα την ασφυξία και τότε έφυγα, έκοψα κάθε δεσμό που με ένωνε μαζί σου. Και ξέρεις τι αποφάσισα;
Ότι θα βρίσκομαι στο κόσμο το δικό μου, τον αυθεντικό όπου η αποδοχή είναι αυτονόητη και η αγάπη δίνεται απλόχερα, χωρίς όρους.
Κάτσε εσύ στο ομοίωμα που έχεις φτιάξει και χάσε τη ζωή η οποία τρέχει έξω από αυτό.
Η διαφορά μας είναι εμφανής: εγώ προτιμώ τη ζωή ενώ εσύ βολεύεσαι με τα αντίγραφα.