Γράφει η NO*RL*IZ
Τρελλό στριφογύρισμα. Είναι αυτή η ώρα που με τσακίζει περισσότερο από όλες. Η ώρα που πέφτω στο κρεβάτι για ύπνο και μόνο να κοιμηθώ δεν μπορώ. Το μυαλό μου κινείται με ιλιγγιώδη ταχύτητα ανατρέχοντας σε κάθε δευτερόλεπτο της μέρας που βασίλεψε, σκανάροντας και ξαναπαίζοντας κάθε σκηνή με το ίδιο σενάριο. Συχνά πυκνά και με μία ειδική έκδοση του επιθυμητού σεναρίου.
Πάντα απορούσα πως μπορεί το μυαλό να τρέχει με τέτοιο ρυθμό που να μην προλαβαίνω να το σταματήσω. Προσπαθώ να το τραβήξω πίσω, να επικεντρωθώ στο μαύρο που βλέπω πίσω από τα βλέφαρα μου, να μου μιλάω για να συγκεντρωθώ καλύτερα αλλά αυτό πάντα με ξεπερνάει.
Τρέχει μπροστά κουτρουβαλώντας στα μέσα μου τόσο επικίνδυνα που με ζαλίζει.
Στριφογυρίζω, κοπανιέμαι παντού αλλά δεν μπορώ να ξεφύγω από μένα όσο κι αν προσπαθώ.
Χρόνια τώρα προσπαθώ να σου εξηγήσω ότι εδώ, το «μαζί» και το «εμείς» δεν χωράει.
Είναι μια σταλιά μεριά που ανοίγω την πόρτα και κάθε φορά δεν ξέρω τι θα αντικρίσω.
Αλλά η πόρτα κλείνει ερμητικά πίσω από μένα. Δεν χωρά άλλος κανείς, ούτε και θέλω να χωρά.
Είναι δική μου κρυψώνα, η δική μου μαγική σοφίτα.
Στο’χω πει τόσες φορές που πια βαρέθηκα. Και στο μαζί υπάρχει χώρος για τη μοναξιά που επιλέγεις.
Είναι εκείνη η άκρη που κάθομαι και αγναντεύω, καθώς τα πόδια μου κρέμονται στο κενό.
Είναι η σκάλα που ανεβαίνω τα δύσκολα βράδια για να φτάσω το φεγγάρι και τα αστέρια του μικρού πρίγκιπα.
Είναι η γωνιά που κάθομαι ανακούρκουδα και απλώνω τις σελίδες που μουτζουρώνω.
Είναι η σκιά που απλώνεται μέσα μου πριν την παραδώσω στα χέρια σου και η σκέψη που με βασανίζει πριν την σκορπίσω σαν νεραϊδόσκονη. Εκεί μέσα κοιμάται το φιλί που έκλεψα και η πίκρα που μ’ έσκισε. Μην τα ξυπνάς. Τα θέλω εκεί να κοιμούνται για να μην τα σκέπτομαι.
Δεν είναι άρνηση η επιλογή μου να μην τα μοιράζομαι μαζί σου. Ούτε αγάπη που σου κλέβω. Δεν είναι η αλήθεια που σου κρύβω για να πληγώνεσαι. Ούτε το μυστικό που δεν έμαθες ποτέ.
Είναι μονάχα αυτό το ελάχιστο κομμάτι της ψυχής μου, που δεν ανήκει πουθενά και σε κανέναν. Ούτε καν σε μένα.
Είναι αυτό που ταξιδεύει.
Που πλανιέται γύρω από πρόσωπα αγαπημένα.
Που συζητά ακόμα με αυτούς που με άφησαν νωρίς και ταξίδεψαν ψηλά.
Που αντέχει να πληγώνεται.
Που ελπίζει πως τίποτα δεν χάνεται όσο το σκέπτομαι και το θυμάμαι.
Που κλαίει και γελάει ταυτοχρόνως.
Που μπορεί να αγαπά και να συγχωρεί όταν εγώ το ξεχνάω.
Που μπορεί να πονά και να αντέχει.
Που με κλείνει στην αγκαλιά του όταν χάνομαι μέσα μου και τρομάζω.
Κάθε φορά που βουτάω εκεί μέσα, αφήνω μια σταγόνα από μένα. Είναι το τίμημα για τον άγγελο που με περιμένει . Κάθε φορά που κλείνομαι εκεί ακούω τη μουσική του.
Άσε με λίγο εκεί. Μόνη.
Μη μου χτυπάς την πόρτα, δεν σε θέλω.
Θέλω να πάρω δύναμη και να συνέλθω για να μπορέσω να είμαι καλά δίπλα σου.
Θέλω να νιώσω τον πόνο μου για να μπορέσω να θεριέψω.
Και θα μ’αφήσω να κλάψω μέχρι να εξαντληθώ για να μπορέσω τελικά να σου χαμογελάσω.
Wise man said just raise your hand
And reach out for the spell
Find the door to the promised land
Just believe in yourself
Hear this voice from deep inside
It’s the call of your heart
Close your eyes and you will find
The way out of the dark
Here I am
Will you send me an angel
Here I am
In the land of the morning star
(Scorpions. Send me an angel)