Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Ήμουν δεν ήμουν 10 χρονών όταν σε ένα ταξίδι είδα για πρώτη φορά σκαντζόχοιρο. Το απότομο άγγιγμά μου τον τρόμαξε και με τσίμπησε. Ένιωσε την εισβολή, κι ας μην ήταν αυτός ο σκοπός μου. Μετά, κατάλαβα. Ήθελε άλλο τρόπο. Ήθελε τρυφερότητα… ήθελε φροντίδα και προσοχή.
Κάπως έτσι είναι και οι άνθρωποι.
Μας είπαν πως οι σχέσεις είναι όμορφες, πως οι άνθρωποι φτιάχτηκαν για να μοιράζονται τη ζωή τους. Μας έδειξαν ζευγάρια που γερνάνε μαζί, φίλους που πορεύονται χέρι-χέρι, οικογένειες που παραμένουν ακλόνητες.
Αλλά δεν μας είπαν για τα αγκάθια.
Για εκείνα τα μικρά, αιχμηρά σημεία που σκίζουν το δέρμα κάθε φορά που πλησιάζουμε. Για τις λέξεις που γίνονται καρφιά, τις προσδοκίες που γδέρνουν, τις απογοητεύσεις που αφήνουν σημάδια.
Μάθανε οι άνθρωποι να θεωρούν πως τα λάθη γίνονται σκόπιμα και οι αναποδιές είναι υπολογισμένες. Κι εσύ, που αναζητούσες να δώσεις μόνο αγάπη, φροντίδα και νοιάξιμο, μένεις να αναρωτιέσαι τι έκανες τόσο λάθος. Πληρώνεις ένα τίμημα που δεν ήξερες πόσο ακριβό και βαρύ θα είναι.
Έτσι, σιγά-σιγά, γίναμε φοβισμένοι σκαντζόχοιροι.
Θέλουμε την οικειότητα, αλλά τη φοβόμαστε. Θέλουμε να αγαπηθούμε, αλλά τρέμουμε μήπως πονέσουμε. Γι’ αυτό κρατάμε αποστάσεις, για να προστατεύσουμε την ακεραιότητά μας. Μένουμε μόνοι όχι επειδή δεν αντέχουμε την παρέα, αλλά επειδή δεν αντέχουμε τις πληγές που αφήνει.
Μα η μοναξιά είναι μια ύπουλη πληγή από μόνη της. Δεν την καταλαβαίνεις όταν έρχεται, αλλά τη νιώθεις όταν απλώνεται μέσα σου σαν παγωμένος χειμώνας.
Και πού και πού ξαναβγαίνουμε έξω… ξανα-επισκεπτόμαστε το ρίσκο του να αγαπήσουμε, να αφεθούμε, να εμπιστευτούμε, σαν φοβισμένοι σκαντζόχοιροι. Μόνο και μόνο για να καταλάβουμε, ξανά και ξανά, πως είμαστε αναλώσιμοι όσο υπάρχει η χρησιμότητα.
Και για όσους με γνώρισαν καλά, κληρονόμησα και το προσωνύμιο “σκατζοχοιράκι” εξ’ου και το πρώτο τατουάζ της ζωής μου, το κρυφό… εκεί κάπου στα 15-16.
Και την ίδια στιγμή, θα ανακαλύψουμε άλλους υπέροχους σκαντζόχοιρους. Αυτούς που δεν μετράνε την αξία σου με όρους χρησιμότητας. Αυτούς που μένουν στις καταιγίδες και φροντίζουν να βρουν απόμερο σημείο και για τους δυο. Που ξέρουν ότι η τρυφερότητα θέλει υπομονή, πως τα αγκάθια δεν είναι λόγος να φύγεις, αλλά τρόπος να μάθεις να πλησιάζεις αλλιώς.
Γι’ αυτό, ναι, θα πληγωθούμε. Θα γδάρουμε ο ένας τον άλλον, θα ματώσουμε, θα φοβηθούμε. Αλλά μέσα σε αυτή την ατέλεια, μέσα σε αυτά τα μικρά κοψίματα, υπάρχει η ζωή.
Οι σκαντζόχοιροι έμαθαν να πλησιάζουν προσεκτικά. Να βρίσκουν μια απόσταση που να τους κρατάει ζεστούς, χωρίς να τους διαλύει.
Έτσι είναι και οι άνθρωποι. Δεν φτιάχτηκαν για να είναι μόνοι. Φτιάχτηκαν για να βρίσκουν τον τρόπο να παραμένουν μαζί, ακόμα κι όταν η οικειότητα πονάει.
Γιατί στο τέλος της μέρας, αυτό που μας σώζει είναι η τρυφερότητα κι εκείνο το “μένω” με κάθε καιρό!