Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Αν ήσουν θάλασσα, κάθε φορά που ήσουν αγχωμένος και σε έπιαναν οι ανασφάλειες που κυριευαν το κορμί σου και το μυαλό σου..
Κάθε φορά που επέλεγες την απομόνωση της ψυχής σου και έκλεινες τα αυτιά σου στις σειρήνες από φόβο μη καρφωθούν πανω σου..
Κάθε φορά που εβαζες σε κουτακια τις σκέψεις σου, για να μη πλυμμηρίσει η καρδιά σου αγάπη, από την έννοια σου μη πληγωθείς..
Θα είχες χρώμα γκρίζο. Αυτό το γκρίζο που έχει διώξει τον ήλιο τα πρωινά και έχει φέρει συννεφιά.
Αυτό που έρχεται τις απογευματινές ώρες λίγο πριν την δύση του ήλιου και σου προκαλει μια γλυκιά μελαγχολία και ταυτόχρονα φοβο, ότι κοντοζυγώνει η τρικυμία.
Αν ήσουν θάλασσα, κάθε φορα που ανοιγες την καρδιά σου και τσαλαπατουσες τους φόβους σου, κάθε φορά που έδειχνες την αγάπη αυτή που έχεις μέσα σου και όχι την αγάπη που έβαζες φρένα..
Κάθε στιγμή που κυνηγούσες το όνειρο, έδειχνες το συναίσθημα σου χωρίς να σε νοιάζει αν θα έχεις ανταπόκριση..
Που δεν άφηνες τις στιγμές να φύγουν αλλά τις φυλακιζες, ζεστα στην αγκαλιά σου σαν ακριβοθωρητο θησαυρό, που έλεγες εκείνο το “σε αγαπω, σε ερωτευτηκα, σε θέλω.”
Που ανοιγες όλα τα κουτακια σου να μοσχοβόλησει ο κόσμος τις μυρωδιές σου..
Που ήξερες να διακρίνεις την αγάπη, από τον θαυμασμό. Τον έρωτα από το παιχνίδι. Την οργή από την απογοήτευση!
Θα είχες χρώμα μπλε ανοιχτό τόσο ανοιχτό σαν γυαλί, που σε αφήνει να δεις και να θαυμάσεις τον βυθό της θάλασσας τον δικό σου όμορφο βυθό!
Αν ήσουν θαλασσα κάθε φορά που θύμωνες..
Που μίλαγες απότομα, εκρυβες την αλήθεια μην απογοητευτείς, με την δικαιολογία ότι εσύ θα απογοητεύσεις τους άλλους..
Κάθε φορά που ένιωθες οργή και ξεσπουσες σε λάθος άτομα η στον ίδιο σου τον εαυτό..
Θα είχες χρώμα μπλε σκούρο, αυτό που σε τρομάζει, που σηκώνει μεγάλα κυμάτα και σε κάνει να αναρωτιέσαι πότε θα γαληνεψει!
Περίεργα παιχνίδια παίζει το μυαλό και η ψυχή ακολουθει! Άλλοτε η ψυχή μπαίνει μπροστά και το μυαλό βγάζει τον σκασμό.
Πώς γίνεται η θάλασσα να έχει μόνο ένα χρώμα και στον ουρανό πάντα ήλιο;
Απόψε που η ψυχή πήρε πρωταγωνιστικο ρόλο, θυμήθηκα ότι εγώ μαλωσα με την θάλασσα και εσύ τα έβαλες μαζί μου.
Ξεχασα τα ωραία χρώματα που αλλάζει, ξεχασα τα συννεφα σκεφτόμουν μόνο τον ήλιο!
Θυμήθηκα όμως να φωνάξω στο μυαλό να σιωπήσει έστω και για τελευταία φορά..
“Να σουν θάλασσα να μη σε αλλαζα να σουν παντοτε δική μου
Μα εγώ τα βαλα με την θάλασσα και εσυ θυμωσες μαζί μου “