Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Σε παρακαλώ, μην δείχνεις καθόλου έλεος…
Μη με λυπάσαι. Αγαπάμε!
Αγαπάμε αλύπητα.
Αγαπάμε ανελέητα κι ας το ξέρω, πως κάποτε θα το πληρώσω πολύ ακριβά.
Κι ας το ξέρω, πως θα με πληγώσεις κι εσύ αργότερα και θα με κάνεις κομμάτια, όπως όλες οι προηγούμενες πριν από εσένα.
Αγαπάμε αλύπητα σου λέω, γιατί το χρειάζομαι, γιατί το έχω ανάγκη και παίρνω το ρίσκο και την ευθύνη στο ακέραιο, να με μαζεύω για ακόμη μια φορά κομμάτια απ΄ τα πατώματα.
Πες μου τις πιο εντυπωσιακές σου κουβέντες, δεν θα μπω καν στην σκέψη, πως κάποτε θα τις πάρεις όλες πίσω.
Δώσε μου σήμερα τις πιο μεγάλες σου υποσχέσεις.
Δώσε μου τις πιο σφιχτές σου αγκαλιές κι ας ξέρω καλά, πως θα έρθει η στιγμή που θα μου λείψουν αφόρητα.
Δώσε μου τα πιο καυτά σου φιλιά, δεν μου καίγεται καρφί που αργότερα τα χείλη μου θα σε ψάχνουν και στα τέλος θα μείνουν στεγνά.
Δώσε μου το σώμα σου και πες μου πως έρωτας είναι, πως θα μου ανήκει για πάντα κι ας το ξέρω, πως το για πάντα είναι ένας μύθος κι ένα ψέμα, από εκείνα που λέμε στα παιδιά πριν κοιμηθούν.
Πες μου πως είσαι εσύ ο άνθρωπος μου κι ας το έχω πάρει απόφαση, πως μοναχός μου στο τέλος πάλι θα μείνω.
Αλύπητα αγάπα με!
Κράτα το χέρι μου σφιχτά, μπας και ημερέψω κι ας είναι έστω και για λίγο.
Κοίτα με ευθεία στα μάτια, όταν μου μιλάς, για να θυμηθώ πως είναι να νιώθεις λίγη ασφάλεια, πως είναι να καίγεσαι ολόκληρος από ένα και μόνο βλέμμα.
Μίλησε μου με λόγια που φαίνονται αλήθειες, ακόμη κι αν είναι ψέματα, για να πιστέψω επιτέλους σε κάποιον, πες μου το καλύτερο ψέμα σου, σε ικετεύω!
Αγαπάμε αλύπητα!
Κάνε με να γίνω πάλι παιδί, να μπορώ να γελάσω, να θέλω να παίξω ανέμελα, χωρίς να με νοιάζουν οι συνέπειες.
Κάνε με να το χάψω, πως υπάρχει αγάπη, πως κάπου εκεί έξω κρυβόταν ο έρωτας κι ήρθε σήμερα και χτύπησε την πόρτα μου…
Αγαπάμε αλύπητα, γιατί εγώ είμαι από αυτούς τους λίγους, που έχουν μάθει να δίνουν και που κρατάνε τον λόγο τους, αλλά ρε γαμώτο, είμαι απ΄ τους λίγους!
Είμαι από αυτούς που αγαπούν τα παραμύθια και που έχουν την τάση να πιστεύουνε σε αυτά, αλλά μέχρι σήμερα, στο τέλος όλα είχανε δράκους.
Εγώ είμαι από αυτούς τους σαλεμένους, που αναζητάνε το μαζί και το εδώ για να ανασάνουν, αλλά στο τέλος, πάντοτε απογοητεύομαι και μένω άπνοος.
Αγάπα με ανελέητα κι αλύπητα κορίτσι μου, σε εκλιπαρώ.
Γιατί εγώ είμαι από αυτούς τους αδιόρθωτους, που έχω ορκιστεί χίλιες φορές ότι ποτέ δεν θα ξανά – αγαπήσω και χίλιες μια τον πάτησα τον όρκο μου.
Ακόμη κι αν δείχνω πως δεν θέλω, ακόμη κι αν σου πω να με αφήσεις ήσυχο, ακόμη κι αν είσαι κι εσύ ένα ψέμα απ΄ τα πολλά , αγάπησε με δυνατά, έστω για λίγο!
Γιατί κουράστηκα να μένω μόνος μου κι έχει παγώσει το κορμί μου.
Γιατί κουράστηκα μάτια μου να είμαι ένας άντρας κενός, δεν το αντέχω το κενό.
Γιατί εγώ έχω μάθει με φωτιές να ζω μέσα μου, να φλέγομαι, να γίνομαι στάχτη και να ξανά- γεννιέμαι μέσα από αυτές.
Γιατί εγώ, είμαι από αυτούς που αλύπητα αγαπάνε, όταν αγαπούν. Εγώ κορίτσι μου δεν έχω μάθεις αλλιώτικα, δεν έχω μάθει να είμαι βάλτος, εγώ είμαι μια άγρια θάλασσα.