Γράφει η Μαρία Σταματοπούλου
Και είναι και αυτές οι ημέρες που δεν σηκώνονται από την απογοήτευση. Βαρύ το φθινόπωρο όταν οι σκέψεις τρεμοπαίζουν στο άγγιγμα της επιθυμίας.
Το άγγιγμα κάποτε το θεωρούσε ιερό. Τώρα, λασπωμένο και παρατημένο όπως είναι, επισκιάζει περίτεχνα καθετί που άλλοτε θεωρούσε ιδανικό. Σταγόνες άρχισαν να πέφτουν στο κενό.
Τί άραγε και πόσα ζητάς;
Πόσα θα δώσεις και πόσα θα σώσεις;
Ό,τι θες εσύ, σου απαντώ, με την καρδιά μου ριζωμένη σε μία εποχή που ποτέ δεν ζήτησε να τελειώσει.
Κάνε ό,τι θέλεις. Όπως το θεωρείς ικανό να διατηρήσει την ισορροπία της επιθυμίας και να είναι το καλύτερο δώρο για την ολοκλήρωση της ψυχής.
Άδεια τα μπορώ και θέλω, λιμνάζοντα νερά που ρέουν επιφανειακά πια. Και το φεγγάρι καλέ μου παρακαλεί να σεβαστείς την καρδιά. Και ο ήλιος θέλει να ανοίξει τα φτερά μου σαν άστρα πρωινά μέχρι το βλέμμα σου να φορέσει τα ρούχα της αληθινής ευτυχίας.