Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Κερνάς καφέ; Είχα τόσα να σου πω. Τα σκεφτόμουν, τα ανέλυα, μίλαγα στον καθρέφτη. Μιλούσα κι απαντούσα. Ήμουν προετοιμασμένη για κάθε πιθανή απάντησή σου, από την πιο έξυπνη, την πιο αστεία, την πιο περίεργη, μέχρι την πιο άσχημη. Είχα προετοιμαστεί για καθετί άσχημο που θα μου έλεγες, ήξερα ότι δεν ήθελες. Δεν μπορούσες, όπως έλεγες. Ας μιλήσουμε ειλικρινά, δεν με ήθελες.
Γιατί τελικά μπήκα σε αυτή την διαδικασία; Σε ποιον ήθελα να αποδείξω τι; Γιατί σκέφτηκα να σου μιλήσω, να σου πω όσα με βαραίνουν, να σε ρωτήσω γιατί χάθηκες; Να σου πω ότι πάντα θα έχεις έναν ξεχωριστό θρόνο στην καρδιά μου. Ότι πάντα μπορείς να έρχεσαι σε μένα, να παίρνεις επιβεβαίωση και να φεύγεις.
Αυτό έκανες πάντα. Στα δύσκολα ερχόσουν για επιβεβαίωση, έπαιρνες αυτό που ήθελες κι έφευγες κι αναρωτιόμουν γιατί. Τώρα πια ξέρω ότι αυτό ήθελες. Δεν υπάρχει γιατί.
Αυτό ήθελα να σου πω. Έλα όποτε θέλεις, πάρε επιβεβαίωση και φύγε, με δικιά μου γνώση και συναίσθηση. Έλα όποτε θέλεις, μην φοβάσαι ότι θα με πληγώσεις. Έμαθα πια ότι η ευτυχία είναι καλομαθημένη. Δεν αγαπάει τις κακουχίες, αντίθετα αγαπά όσους δίνουν την ψυχή τους. Έμαθα ότι αν θέλεις να κάνεις κάτι πραγματικά, το κάνεις, αλλιώς βρίσκεις μια δικαιολογία. Πόσα έμαθα από αυτή την σχέση.. Περίεργη σχέση, έτσι; Αγάπη, ίντριγκα, μίσος, νεύρα, όλα τα συναισθήματα έκαναν χορό.
Πόσα βράδια ένιωσες μοναξιά και σου κράταγα παρέα; Και πόσα δεν ήθελες να ξέρεις αν υπάρχω; Πόσα αναλώθηκες σε ξένες αγκαλιές και ανούσιες αγάπες; Νοσταλγία ή απογοήτευση; Τελικά έκανες τη βαβούρα του εαυτού μου να βγάζει τον σκασμό. Άρχισα να λατρεύω τους κόμπους, γιατί στα δύσκολα τους έσφιγγα περισσότερο. Άρχισα να συνειδητοποιώ πόσο πλούσιος είναι ο αέρας, τι θησαυρούς κρύβει. Πεταμένα όνειρα, ελπίδες, αγάπες, τα πιο ακριβά πράγματα σκορπισμένα στον αέρα.
Έμαθα να μένω μόνη μου. Και να σου πω και κάτι; Μου αρέσει τόσο πολύ! Έμαθα στο φευγιό σου και αυτό ήταν το καλύτερο δώρο που μου έκανες. Έφυγες για να περάσεις καλά χωρίς εμένα. Εσύ δυστύχησες, εμένα με λύτρωσες.
Είναι Πέμπτη.
Αυτό δεν προσθέτει τίποτα.
Είναι απόγευμα. Αυτό αφαιρεί.
Είναι καιρός βροχερός, αυτό περιπλέκει.
Είσαι μόνος σου κι αυτό προσθέτει, αφαιρεί, περιπλέκει.
(Κική Δημουλά)
Θυμάσαι εκείνον τον καφέ, που λέγαμε αν κερνάς; Τελικά έχω πιεί πολλούς καφέδες, λέω να πάω για ποτό. Με εσένα; Όχι, λέω να πάω για ποτό μόνη μου, χωρίς εσένα.