Τα όνειρα έχουν αξία μόνο όταν τα μοιράζεσαι
Γράφει η Περσεφόνη Χρυσαφίδου.
Πριν λίγες μέρες “έπεσα” τυχαία σ’έναν από αυτούς τους ανθρώπους που ζουν μόνοι, όχι από προσωπική επιλογή, αλλά συγκυριακά. Είναι εύκολο να τους αναγνωρίσεις αυτούς τους ανθρώπους ανάμεσα στο πλήθος, καθώς όλα πάνω τους φωνάζουν αγάπη, λες και προσπαθούν να χαρίσουν απλόχερα αυτό που τόσο έχουν στερηθεί οι ίδιοι. Ωστόσο, όσο εύκολα τους αναγνωρίζεις, τόσο δύσκολα μπορείς να τους αισθανθείς. Νομίζω για μια στιγμή, που διήρκεσε λιγότερο από τρία δευτερόλεπτα, οι ματιές μας διασταυρώθηκαν σε μία δική μου προσπάθεια να αποκρυπτογραφήσω τον πόνο που κρύβονται στα μάτια και σε μία δική του διαβεβαίωση πως δεν μπορώ να καταλάβω.
Τα βλέμματα αποτραβήχτηκαν, ο καθένας συνέχισε τη δική του πορεία, μα ο νους μου έμεινε σε όλους εκείνους τους ανθρώπους που κουράστηκαν με τη μοναξιά τους. Σ’εκείνους, που όσο μόνοι κι αν είναι, δεν μπορούν να τη συνηθίσουν κι ας την έχουν φορτωθεί στις πλάτες τους κι ας την πολεμούν σε εφήμερες παρέες και γνωστούς. Μένω να συλλογιέμαι τους ανθρώπους, που η έλλειψη του έρωτα από τη ζωή τους τούς γέρασε πριν της ώρας τους, τούς σκλήρυνε και τους φόρεσε το προσωπείο των ιδιότροπων.
Είναι οι άνθρωποι που όταν βρέθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο με την αγάπη δείλιασαν. Θέλεις από ανασφάλεια, θέλεις από στιγμιαία υπεροψία, θέλεις επειδή δεν το πίστεψαν αρκετά; Είναι οι άνθρωποι που δεν αναλώθηκαν σε εφήμερες σχέσεις, γιατί η ψυχή τους είχε ένα πλούτο πολύ πιο βαθύ και ουσιαστικό από τα πάθη της μιας βραδιάς και δεν καταδέχτηκε να καεί για το τίποτα. Είναι οι άνθρωποι που τα λόγια τους τα μέτρησαν και τα ζύγισαν αρκετά πριν τα χαρίσουν σ’εκείνον τον πρώτο, που συναντώντας τυχαία τους υποσχέθηκε αιώνια πίστη και αφοσίωση. Είναι οι άνθρωποι που μετά από κάθε ερωτική απογοήτευση μάζευαν τα κομμάτια τους ένα ένα και προσπαθούσαν να ξαναγίνουν όπως ήταν παλιά, μα όλο και κάτι τους έλειπε, όλο και κάτι έχαναν και ξέμειναν να συλλέγουν όνειρα και να προσπαθούν να παραμένουν πιστοί στα “θέλω” τους.
Άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν, αλλά αγάπησαν. Άνθρωποι που ξεχάστηκαν, μα οι ίδιοι δε λησμόνησαν ποτέ. Άνθρωποι που φοβήθηκαν, μα δεν το έβαλαν κάτω. Άνθρωποι που μεγάλωσαν, μα μέσα τους κρύβεται ένα παιδί που κουράστηκε να κοιμάται στη μοναξιά.
Και αν στο δικό μου μυαλό όλο αυτό φαντάζει παράφορα άδικο, αναρωτιέμαι πόση δύναμη ξοδεύουν καθημερινά για μη χάνουν την πίστη τους και την ελπίδα, πως η αγάπη κάποτε θα βρει το δρόμο και για δαύτους. Μένω να αναρωτιέμαι πόσα δάκρυα καταπίνουν τα βράδια, όταν στέκεται πραγματικά αδύνατο να κατευνάσουν τα συναισθήματά τους, που ζητάνε ανταπόκριση. Πόσες αχόρταγες σκέψεις και επιθυμίες προσπαθούν να βολέψουν μέσα σε εκείνα τα “αύριο”, που φαίνεται να μην ξημερώνουν ποτέ για εκείνους και με πόση δυσκολία νοικιάζουν την ύπαρξη τους στη θλίψη!
Δεν ξέρω πόσες αγκαλιές αξίζουν σε αυτούς τους ανθρώπους. Για το μόνο που είμαι σίγουρη, όμως, είναι πως η μοναξιά δεν αξίζει σε κανέναν. Τα όνειρα έχουν ουσία, όταν αρχίζεις να τα υλοποιείς και η ζωή είναι για να μοιράζεται, αλλιώς γίνεται ανυπόφορη, αδιάφορη και στυφή. Σαν ένα έργο που παίζει σε επανάληψη και δεν έχεις το τηλεκοντρόλ να το σταματήσεις. Κι αν είσαι εκεί έξω και νιώθεις τόσο μόνος αυτές τις καλοκαιρινές βραδιές, να ξέρεις πως σήμερα κάποιος σε σκέφτηκε κι ευχήθηκε με κάποιο συμπαντικό τερτίπι η μοναξιά να γίνει ανάμνηση.