Αλκυόνη Παπαδάκη : Γουστάρω να μυρίζομαι ανθρωπιά.
Βαρέθηκα να ανάβω φωτιές για να ζεσταθούν οι άλλοι και στο τέλος να ξεπαγιάζω εγώ.
Να μοιράζομαι την καρέκλα μου με τον κάθε κουρασμένο και στο τέλος να στρογγυλοκάθεται αυτός και γω να κουλουριάζομαι στο πάτωμα.
Να σκουπίζω με τα χείλια μου τα δάκρυα των άλλων και τα δικά μου να ξεραίνονται στα μαγούλα μου και να κάνουν κρουστά.
Κουράστηκε η ράχη μου να κουβαλά πληγωμένους. Στέγνωσε το στόμα μου να τους φωνάζω. Μη σωριάζεστε ρε ξεφτίλες. Σταθείτε στα πόδια σας. Μπόρα είναι. Βγάλτε τις τσίμπλες από τα μάτια σας. Ξημερώνει.
Βαρέθηκα να φτιάχνομαι από τα λάθη μου. Να φυτεύω βολβούς πάνω σε σωρούς από σκατά. Να βγάζω αθώους τους ένοχους και να κάθομαι για πάρτη τους στο σκαμνί. Να μουλιάζω στην βροχή γιατί άνοιξα την ομπρελά μου να μπουν από κάτω δυο τρεις μουρόχαβλοι που μου φάνηκαν κρυουλιάρηδες.
Το κακό είναι πώς όλα αυτά γίνονται επειδή στο βάθος είμαι δειλή. Τα κάνω για να πιστέψω έστω και για λίγο πώς είμαι και εγώ εδώ.
Πως παίζω και εγώ σ΄ αυτό το ντέρμπυ. Πάντως όπως και να χει το ζήτημα ένα πράμα ξέρω καλά. Πως γουστάρω πολύ.
Γουστάρω την φάση και περισσότερο την αντίφαση.
Γουστάρω την τρελά μου και περισσότερο την τρελά των άλλων
Γουστάρω να μυρίζομαι ανθρωπιά. Γουστάρω τ΄ αγόρια που έχουν κορδέλες στα μαλλιά και στα μάτια ένα ματσάκι μενεξέδες
Γουστάρω τα κορίτσια που τραγουδούν στις ακρογιαλιές μ’ ένα θαλασσοπούλι ανάμεσα στα φρύδια
Μπορεί να είμαι μια δειλή μια φευγάτη αλλά χαίρομαι αφάνταστα που κάποιος με έσπειρε σε αυτή την γη…