Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Είσαι ο Μαης μου, με την ορμή να επιβάλεις τη δική σου Ανοιξη, ο πιο πεισματάρης, ο πιο αυθόρμητα δίκαιος, ο πιο αυθεντικός αρσενικός της ζήσης μου.
Τα κατάφερνεις πάντα μπαίνεις μπροστά και συγκρινεσαι. Το μυαλό της καρδιάς μου σε βάζει εκεί και πάντα κερδίζεις στο κυριότερο σημείο. Στην αίσθηση του εαυτού μου. Που μαζί σου βρίσκεται σε πλήρη σύνδεση με το είναι μου, μυαλό καρδιά ανάσα σε συγχορδια. Εγώ ακέραιη-ολόκληρη.
Στο μετρο και στο ύψος του δικού μου θαυμασμού για το πολυστροφο μυαλό σου.
Είσαι ο Μαης μου, ανάσα συνειδητη σε μια ρομποτοειδη σχεδόν καθημερινοτητα.
Είσαι ο Μαης μου παρόλα τα σκοτάδια που κάποιος εύκολα βλέπει με μια πρώτη ματιά στο ανάστημα σου.
Είσαι ο Μαης μου γιατί στέκεις κάπου παραμερα και με παρατηρεις. Προλαβαίνεις και μ’ αφουγκραζεσαι.
Ενα λέω, δέκα κατάλαβαινεις. Με προλαβαίνεις ακόμα και μέσα στην τρέχαλα και με τα βαρίδια που σέρνεις στο όνομα του κώδικα ηθικής του χρέους σου.
Είσαι ο Μαης μου γιατί υπάρχουν στιγμές σ’ αναμονή, ανάσες πνίχτες, ανείπωτες σιωπες.
Είσαι ο Μαης μου γιατί σε νιώθω σαν μια μεγάλη υπόσχεση.
Στου εαυτού μου την επιβεβαίωση ενός έρωτα μεγάλου που σου αλλάζει τη ματιά στον κόσμο αλλά ακόμη χειρότερα στη ματιά στον καθρέφτη σου!
Έλα να φτιάξουμε μαζί μια βάρκα με λαγουδερα ένα τρανταχτό θέλω κι ένα πονεμένο χρειάζομαι για λίγο Καλοκαίρι μετά από τόσους Χειμώνες.
Τόσες ανταρες, καταιγίδες ή έστω προσαρμογές στους καιρούς. Με έξτρα χρέωση σε ένα ανοιχτό εισιτήριο για ένα πολύκαιρισμενο αλλά ολοζώντανο όνειρο – ταξίδι. Όπως το πρωτοβροχι κεινου του Σεπτέμβρη. Θυμάσαι;
Φυσικά και θυμάσαι. Κι αλυχτας κι Εσύ. Σαν εμένα. Από μέσα. Ακούγεσαι. Σ ακούω…