Γράφει ο Γιώργος Λυμπεράκης
Τα καλύτερα λάθη μου, τα έκανα σωστά.
Κι αν με ρωτήσεις ποιο ήταν το πιο μεγάλο, θα σου πω χωρίς δεύτερη σκέψη, εσύ.
Όχι γιατί ήσουν λάθος σαν άνθρωπος — αλλά γιατί δεν ήξερα τότε να κρατήσω κάτι τόσο δυνατό, τόσο αληθινό, χωρίς να προσπαθήσω να το ελέγξω.
Με έμαθες πως δεν αρκεί να θες.
Πρέπει και να στέκεσαι.
Να μην τρέμουν τα πόδια σου όταν έρχεται η στιγμή να δείξεις ποιος είσαι.
Κι εγώ… κάποιες φορές, φοβήθηκα.
Ταλαντεύτηκα.
Έκανα θόρυβο όταν έπρεπε να κάνω χώρο.
Κρύφτηκα όταν έπρεπε να σταθώ δίπλα σου.
Κι όμως, όσο κι αν πονάει να το παραδέχομαι, δεν θα γύριζα τον χρόνο πίσω να αλλάξω τίποτα.
Γιατί μέσα από εμάς — μέσα από ό,τι γκρέμισα και ό,τι δεν πρόλαβα να χτίσω — έγινα άντρας.
Όχι ο τέλειος.
Ο αληθινός.
Εκείνος που ξέρει πια ότι δεν μπορείς να έχεις τα πάντα, αν πρώτα δεν μπορείς να κρατήσεις τον εαυτό σου όρθιο.
Με είδες στις αδυναμίες μου.
Και δεν έτρεξες.
Ίσως αυτό να είναι που με πονάει περισσότερο τώρα — ότι εσύ είχες κουράγιο και πίστη κι εγώ τότε δεν ήξερα να τις χειριστώ.
Όχι όπως σου άξιζε.
Κάθε άντρας έχει μια γυναίκα στη ζωή του που δεν ξεχνά.
Την μία που τον έμαθε περισσότερα μέσα από την απουσία της, παρά όσα του είπε όταν ήταν εκεί.
Και ναι, μπορεί ο κόσμος να πει ότι “έχασα”.
Μα εγώ ξέρω ότι κέρδισα.
Γιατί από σένα έμαθα τι σημαίνει να επιλέγεις, όχι απλώς να θες.
Να χτίζεις, όχι να περιμένεις.
Να επιστρέφεις, όχι να φεύγεις.
Αν υπάρχει κάτι που θα ήθελα να ξέρεις σήμερα, είναι αυτό:
Δεν μετανιώνω.
Ούτε τα δύσκολα, ούτε τα άγαρμπα, ούτε τις σιωπές, ούτε τις καθυστερημένες αλήθειες μου.
Τα καλύτερα λάθη μου, τα έκανα σωστά.
Κι αν κάποτε ο δρόμος μας ξανασυναντηθεί, δεν θα έρθω να διορθώσω τίποτα.
Θα έρθω μόνο για να σου πω πως.. 
Σε θυμάμαι.
Και σε ευχαριστώ για όλα όσα με έκανες να δω — πρώτα σε μένα, μετά στον κόσμο.
 
						
						 
			 
						 
						 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	 
																	