Και τώρα που δεν ζούμε άλλο για τον κόσμο, έλα να ζήσουμε μια αληθινή ζωή.

Γράφει η Ιωάννα Ντρε
Κάθισε λίγο να με ακούσεις. Έχω ανάγκη να σου μιλήσω. Σε κάποιον θέλω να τα πω.
Χάθηκαν τα καλύτερα χρόνια μας, το ξέρεις; Γιατί κάπου ανάμεσα στα θέλω και στα πρέπει ζήσαμε με τα πρέπει. Με τα πρέπει που ήθελαν οι άλλοι και όχι με τα θέλω τα δικά μας. Μας τα επέβαλαν.
Μας τα πέρασαν στο αίμα μας κι έτσι θέλαμε δε θέλαμε έπρεπε να ισορροπήσουμε σα μαριονέτες σε τεντωμένο σκοινί, μεταξύ των πρέπει τους και των θέλω μας.
Τα ξέγνοιαστα, ανέμελά μου χρόνια χάθηκαν μέσα από τη χούφτα μου, σου λέω. Το καταλαβαίνεις;
Τι να πεις κι εσύ… Μήπως κι εσύ δεν είσαι θύμα τους;
Αλλά να σου πω κάτι; Εμείς φταίμε, όχι οι άλλοι.
Πάντα για τον κόσμο δε ζούσαμε; Μόνο στη σκέψη τι θα πει ο κόσμος δεν τα έφτιαξες με αυτόν που αγαπούσες, επειδή ήταν πολύ μικρότερός σου ή δε φόρεσες ένα βράδυ το αγαπημένο σου κοντό φόρεμα μη σε κρίνουν. Δεν αφέθηκες να χαλαρώσεις και να μεθύσεις επειδή έτσι το γούσταρες, ένα ξημέρωμα που ο πόνος ήταν η μόνη σου συντροφιά για να μην αποκαλεστείς ρεμάλι, δε βγαίνεις μόνος για καφέ να ηρεμίσεις από μια πιεστική μέρα για να μη σε βγάλουν προβληματικό, δεν έκανες το λατρεμένο σου χόμπι όταν ήθελες να ζήσεις την αδρεναλίνη στο έπακρο για να μη σε πουν τρελό…
Αν κάνεις κάτι πέρα από τα όρια των πολλών και σκέφτεσαι τι θα πουν για σένα τότε με τα λύπης μου να σου υπενθυμίσω ότι είσαι ένας άνθρωπος που απλά υπάρχεις, δε ζεις. Όπως δε ζούσα κι εγώ ως τώρα, αλλά ένα όνειρο ότι ήμουν ηλικιωμένη και δεν είχα τίποτα να θυμάμαι πέρα από στερήσεις και καθορισμένες στιγμές με τίναξαν στον αέρα και ξύπνησα.
Ξύπνησα και όσο προλαβαίνω θα ζήσω επιτέλους για μένα. Θα ζήσω τα θέλω μου και τα όνειρά μου ένα προς ένα, γιατί έτσι κι αλλιώς νομίζεις ότι και να κάνεις δε θα βρουν κάτι να σου προσάψουν;
Γι αυτό ΖΗΣΕ κι εσύ φίλε μου γιατί αν συνεχίσεις να ζεις στο λήθαργο μετά από ποιόν θα ζητήσεις τα ρέστα για τη ζωή που δεν έζησες;