Στο χωρισμό, γνωρίζεις τον άλλο πραγματικά..

Γράφει η Χριστίνα Αυγερινίδου
Κάθε χωρισμός περιέχει το στοιχείο μιας εφιαλτικής μονιμότητας. Από μόνη της εξάλλου η λέξη κουβαλάει το βάρος της απώλειας. Το ίδιο και ο αποχωρισμός με την διαφορά ότι εδώ υπάρχει η προσδοκία μιας επόμενης συνάντησης – μάταιης αρκετές φορές.
Στον χωρισμό οι άνθρωποι συνήθως εκδηλώνουν έναν κακό εαυτό. Αυτός που αναγκάζεται να πάρει την απόφαση της διάλυσης μιας σχέσης από το ταίρι του, είναι σε ακόμη δυσκολότερη θέση καθώς ο χωρισμός δεν είναι προϊόν δικής του βούλησης αλλά επιβαλλόμενη επιλογή. Είναι αυτός που νιώθει αδικημένος και εγκαταλελειμμένος, που όμως βρήκε το σθένος να δώσει τέλος σε μια σχέση ασθμαίνουσα και βασανιστική.
Ο μόνιμα ερωτευμένος που βρίσκεται σε μια μονομερή κατάσταση αναμονής, συσσωρεύει έναν ανεκδήλωτο θυμό που γίνεται δηλητήριο και τον οδηγεί σε παρεκτροπή. Γίνεται έρμαιο της παραφροσύνης.
Είναι ο θυμός που γεννήθηκε σε μια δύσκολη σχέση και τρεφόταν για καιρό από τις σιωπές. Γιατί φυσικά είμαστε θυμωμένοι απέναντι στον εαυτό μας πρώτα που έπνιγε παράπονα, δεχόταν αδιαφορίες και εθελοτυφλούσε σε απουσίες ατελείωτες.
Ο λόγος που βγάζουμε το χειρότερο εαυτό μας σε ένα χωρισμό είναι γιατί τώρα η δειλία που είχαμε μετατρέπεται σε οργή, ξεμπερδεύονται συναισθήματα και απελευθερώνουμε το “θέλω” μας. Αυτά που θέλαμε να πούμε και κουκουλώναμε για να μη χάσουμε το αντικείμενο του πόθου μας.
Έτσι, εξαγριωνόμαστε κατά του άλλου αλλά και κατά του εαυτού μας. Γινόμαστε ο μεγαλύτερος εχθρός μας. Η δυνατότερη οδύνη που οδηγεί στο θυμό προέρχεται από την απογοήτευση. Γιατί αγαπήσαμε αυτόν που πλάσαμε, που θα θέλαμε να μας αγαπήσει, και όχι αυτόν που τελικά είχαμε. Γιατί αυτός δεν ανταποκρίθηκε στη δοτικότητά μας;
Γιατί μας ξεσήκωσε να τον ερωτευτούμε και τράπηκε σε άτακτη φυγή; Χιλιάδες ερωτήματα βρίσκουν επιτέλους χαραμάδα και εισβάλλουν στο μυαλό μας αφού τώρα τίποτα δεν έχουμε να χάσουμε.
Αυτός που φεύγει όμως δεν είναι ο ίδιος που σταματάει να αγαπάει πάντα. Είναι και ο τραγικός που είχε το θάρρος να μπει στο στόμα του άλλου, του δειλού. Και εδώ είναι που ο πόνος της απώλειας κακοποιεί όλη μας την ύπαρξη και καταλήγουμε να γινόμαστε αγρίμια.
Ξανασυστηνόμαστε τόσο σε εμάς όσο και στον άνθρωπο που ζήσαμε μαζί. Γιατί όταν ο άλλος σε αγνοεί, σε υποτιμάει και μόνιμα απαιτεί να προσαρμοστείς στα δεδομένα του, τότε αγανακτείς, υπερβαίνεις τον εαυτό σου, οργίζεσαι για τις επαναλαμβανόμενες σιωπές που σου επέβαλε ο φόβος.
Θυμώνεις για τις συνεχείς αυτοσυγκρούσεις επειδή δε βρήκες τη δύναμη να φύγεις πρώτος – όχι από εγωισμό – επειδή το όφειλες στην αλήθεια σου. Γιατί η συναίσθηση της δειλίας μας είναι το πιο αυτοκαταστροφικό συναίσθημα.
Για τη δική μου την ψυχή, ο χωρισμός είναι ένας μικρός θάνατος. Το ίδιο και ο αποχωρισμός. Κάθε φορά που η πόρτα κλείνει, στραγγαλίζεται ο κόσμος. Αυτός ο κόσμος που ξυπνάει και κοιμάται στο όνομά σου.