Γράφει η Αστέρω
Δε φταις εσύ που ήσουν… αυτό που ήσουν.
Ένα θαύμα του σύμπαντος. Ένα μνημείο αυτοαναφορικότητας. Ένα εγώ με πόδια. Ένα «πώς καταφέρνεις και είσαι τόσο λάθος με τόση αυτοπεποίθηση;».
Όχι, δε φταις. Εσύ μια χαρά ήσουν. Σταθερός στην αστάθειά σου, συνεπής στην ανευθυνότητα σου, συγκινητικά προβλέψιμος στις ματαιώσεις σου.
Εγώ φταίω που ήμουν εκεί, σ’ εκείνο τον θίασο τρόμου που βάφτισα «σχέση». Εγώ που έπαιζα τον ρόλο της “ψύχραιμης”, της “κατανόησης”, της “ας δώσουμε άλλη μια ευκαιρία”.
Δε φταις εσύ που είσαι τόσο παρτάκιας.
Φταίω εγώ που έκανα προσφορά ψυχολογικής υποστήριξης άνευ χρέωσης. Που σέρβιρα συναισθηματικό room service σε κάποιον που ούτε καν χαιρέτησε στο check-in.
Δε φταις που οι λέξεις «συνέπεια», «σεβασμός» και «συνεννόηση» σού ακούγονταν σαν εξωγήινη διάλεκτος.
Φταίω εγώ που έκανα τον μεταφραστή.
Δε φταις που έπαιζες παιχνίδια.
Φταίω εγώ που καθόμουν στο τραπέζι ενώ ήξερα καλά ότι οι ζαριές σου ήταν πάντα σημαδεμένες.
Ξέρεις σε τι άλλο δε φταις; Που δε μεγάλωσες. Που δεν ωρίμασες. Που παρέμεινες ο ίδιος ξεκούρδιστος χαρακτήρας από προηγούμενες κακές σεζόν της ζωής μου.
Εγώ φταίω που πίστεψα πως με λίγη αγάπη, λίγη προσπάθεια και λίγη υπομονή μπορεί και να γράψεις άλλο σενάριο.
Μπα.
Η μόνη αλήθεια είναι πως φταίω που δε σε σιχτίρισα μια ώρα γρηγορότερα.
Γιατί εκείνη η ώρα θα είχε αλλάξει πολλά. Θα με είχε γλιτώσει από χαμένες μέρες, νεύρα, υπαρξιακά και την ανάγκη για έξτρα data στο κινητό για να στέλνω κατεβατά στις φίλες μου εξηγώντας γιατί ακόμα είμαι μαζί σου.
Και για να είμαστε ξεκάθαροι δεν αυτομαστιγώνομαι. Μη μπερδεύεσαι.
Δε σου δίνω άφεση, δεν σου φτιάχνω επιτάφιο, ούτε κάνω ψυχανάλυση δημοσίως.
Απλά σου εξηγώ πόσο μαλάκας είσαι.
Εκπαιδευτικά.
Οπότε, ναι. Δε φταις εσύ.
Φταίω εγώ.