Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Δεν με νοιάζει που έφυγες, δεν με πειράζει.
Δεν με νοιάζει που έκρυψες τα αισθήματα σου για εμένα.
Δεν με νοιάζει τίποτα γιατί πάντα με ένοιαζε, να μην με νοιάζει.
Την αλήθεια δεν θα τη μάθεις ποτέ.
Ποτέ, γιατί δεν ήθελες να με περιμένεις, να με δεις, να μου πεις.
Βιάστηκες να φύγεις, να φύγεις σαν κυνηγημένος από τον έρωτα. Τον έρωτα που στα έδωσε όλα και εσύ τον άφησες να περιμένει. Να περιμένει δίχως ποτέ να θέλεις να του εξηγήσεις τα ανεξήγητα.
Μα, σ’ αγαπώ σου έλεγε και εσύ γελούσες. Γελούσες και δεν πίστευες πως υπάρχει αλήθεια μέσα σε εκείνο το «σ’ αγαπώ.» Και ας το εννοούσε και ας έλιωνε το «σ’ αγαπώ» για εσένα. Και ας ήσουν το μόνο αληθινό σ’ αγαπώ μέσα σε όλο το ψεύτικο πριν και μετά.
Πειράζει πολύ!
Πειράζει γιατί ακόμα σε ψάχνει μα εσύ εξαφανισμένος όπως και τότε, όπως πάντα.
Όπως πάντα η μορφή σου έπαιρνε ζωή πάνω στα πρόσωπα άλλων, στα πρόσωπα ξένων ανθρώπων. Στα πρόσωπα άλλων γιατί το δικό σου ήταν εξαφανισμένο από παντού. Γιατί το σ’ αγαπώ έψαχνε να σε βρει έστω πάνω σε ψεύτικα πρόσωπα που μόλις έκλεινε τα μάτια φαινόταν το πραγματικό πρόσωπο.
Και όμως ήταν, είναι όμορφα έστω και για τόσο λίγο, τόσο λίγο όσο κάνουν να ανοίξουν τα μάτια μετά το κλείσιμό τους για να υγρανθούν.
Σ’ αγαπώ!
Πειράζει!
Με νοιάζει!
Με νοιάζει πολύ, μα πιο πολύ με νοιάζει που δεν θα μάθεις ποτέ πόσο είναι το πολύ μου σ’ αγαπώ.
Πειράζει…