Εκείνοι οι δύο επέλεξαν κάποτε να γίνουν ένα.
Γράφει η Τάνια Αναγνώστου.
Έστριψα ένα τσιγάρο και ήπια ένα ποτό ακόμα. Γυρίζω πίσω, θυμάμαι και μετράω στιγμές.
– Πώς ήταν η μέρα σου σήμερα; Έφαγες τίποτα;
– Σου έχω ανοίξει το θερμοσίφωνα να κάνεις ένα ζεστό μπάνιο για να χαλαρώσεις.
– Σήμερα είναι η σειρά μου να διαλέξω ταινία. Με πήρε ο ύπνος τις προάλλες με αυτή που έβαλες.
– Είναι η σειρά σου να πλύνεις τα πιάτα σήμερα και δε με ξεγελάς με τίποτα.
– Το Σάββατο μην κανονίσεις τίποτα, θα βγούμε ραντεβού, όπως παλιά .
– Έκλεισα εισιτήρια για την καινούργια ταινία που βγήκε. Θα πάμε την Παρασκευή μετά τη δουλειά.
Ακούω βήματα έξω από την πόρτα και σωπαίνω. Πλησιάζω περπατώντας στις μύτες των ποδιών μου για να μην κάνω φασαρία και σε τρομάξω. Νομίζω πως ακούω τα κλειδιά να γυρίζουν.
Σε βλέπω να βγάζεις και να κρεμάς το παλτό σου.
Κάνω ένα βήμα να σε πλησιάσω και να σε κλείσω στην αγκαλιά μου και εσύ μεμιάς εξαφανίζεσαι.
Κι ύστερα γυρίζω στο άδειο παρόν και μαλώνω τον εαυτό μου.
Θυμώνω. Φουρτούνα μέσα μου όλα τα συναισθήματα.
Θυμώνω για όλα αυτά που ζήσαμε και για όλα εκείνα που τολμήσαμε να ονειρευτούμε.
Ο χρόνος των θνητών έπεσε σαν κεραυνός πάνω μας για να μας θυμίσει πανηγυρικά πως όλα κάποτε τελειώνουν.
Δε ζούμε και αναπνέουμε στο χρόνο των θεών, δεν αγγίζουμε την αιωνιότητα.
Λείπεις..
Έχω πάψει να σε αναζητώ γιατί συνέχεια σκοντάφτω πάνω σου.
Δεν έφυγες ποτέ πραγματικά γιατί επέλεξα να ζήσεις μέσα μου.
Έγινες ένα πια με τη χαρά μου και τη λύπη μου.
Έγινες ένα με τις σκέψεις μου, με όλο μου το είναι.
Γιατί εκείνοι οι δύο επέλεξαν κάποτε να γίνουν ένα.