Γράφει ο “Ανώνυμος”
Ήρθες στον ύπνο μου πάλι χθες.
Είχες καιρό να έρθεις. Πίστεψα ότι επιτέλους τελείωσε αυτό το πήγαινε έλα.
Φορούσες την κόκκινη σου μπλούζα και το χαμόγελο σου έλαμπε. Δε μου μίλησες.
Μόνο με πήρες απ’ το χέρι χαμογελώντας και με τράβηξες. Με πήγες στο αμάξι και μόνο όταν μπήκαμε μέσα μου είπες ότι ήρθε η ώρα για τη βόλτα μας.
Άνοιξες την ηλιοροφή, έβαλες μουσική, μα δεν ξεκινήσαμε ποτέ. Μείναμε και οι δυο να κοιτάμε τα αστέρια στον ουρανό. Δεν κοιταζόμασταν. Δεν ξαναμιλήσαμε. Μόνο χαζεύαμε τον ίδιο ουρανό και σιγοτραγουδούσαμε.
Και ο αέρας γύρω μας πάγωσε. Και τ’ αστέρια τα έκρυψαν τα σύννεφα. Και το χαμόγελο μας έσβησε. Κι ένα λυπημένο ψιλόβροχο άρχισε να πέφτει στα μάγουλα μας. Γυρίσαμε το βλέμμα ο ένας στον άλλο και κοιταχτήκαμε στα μάτια. Είπαμε τόσα πολλά χωρίς να πούμε κουβέντα.. «θέλω τόσο πολύ να πάμε αυτή τη βόλτα» μου είπες..
Ξύπνησα με τα μάτια βρεγμένα. Απ’ τη βροχή θα ναι..
Είναι τόσο αργά πια γι’ αυτή τη βόλτα..