Γράφει ο Ανδρέας Φιλίδης
Δεν ήσουν μια που πέρναγε. Δεν ήσουν ένα «τυχαίο» που απλώς έτυχε να βρεθεί μπροστά μου. Ήσουν αυτό που δεν τολμούσα να ομολογήσω ούτε στον εαυτό μου ότι περίμενα. Ήσουν το γραφτό μου, πριν καν καταλάβω ότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που μπορούν να ταράξουν ολόκληρη τη ροή της ζωής σου μόνο και μόνο επειδή μπήκαν στο κάδρο.
Κι όχι, δεν πιστεύω στις μεγάλες κουβέντες περί μοίρας. Πιστεύω όμως στις στιγμές που κάτι μέσα σου ψιθυρίζει «πρόσεξε, αυτό δεν είναι σαν τα άλλα». Και σε εσένα, αυτός ο ψίθυρος έγινε κραυγή. Ήσουν η επιλογή μου. Όχι επειδή δεν είχα άλλες, αλλά γιατί δίπλα σου κατάλαβα τι σημαίνει να θες έναν άνθρωπο πραγματικά. Τι σημαίνει να μην ψάχνεις κάτι καλύτερο, αλλά να έχεις ήδη βρει το καλύτερο για σένα.
Δεν ήσουν το «βλέπουμε», ούτε το «ας περάσει ο καιρός». Ήσουν το «μένω». Το «προχωράω». Το «πιάνω το χέρι σου και όπου μας πάει». Κι αν κάτι φοβόμουν, δεν ήταν εσύ. Ήταν το πόσο πολύ χωρούσες στη ζωή μου χωρίς να χρειαστεί να μικρύνω ούτε χιλιοστό από αυτό που είμαι.
Σε διάλεξα τις μέρες που γελούσες, αλλά και τις μέρες που δε μίλαγες. Σε διάλεξα όταν με κοίταζες με εκείνο το βλέμμα που έλεγε περισσότερα απ’ όσα θα χωρούσαν σε λέξεις. Σε διάλεξα όταν έκανες λάθη, γιατί εκεί φάνηκε ποιος είσαι στ’ αλήθεια. Κι ακόμα σε διαλέγω, κάθε μέρα. Όχι από ανάγκη. Από θέληση.
Δεν ήσουν κάτι που απλώς συνέβη.
Ήσουν και είσαι αυτό που επέλεξε η καρδιά μου πριν προλάβει να το επεξεργαστεί το μυαλό μου.
