Πόσα ανείπωτα κρύβει ένα “θέλω να σε ξαναδώ”..
Γράφει η Δήμητρα Γιαννοπούλου
Πόση επιθυμία μπορεί να κρύβεται πίσω από τη φράση “θέλω να σε ξαναδώ”;
Πόσο νοιάξιμο πίσω από ένα “τι κάνεις;”;
Πόσο πάθος χωράει πίσω από μια “καληνύχτα” και πόσα “μου λείπεις” να σκαρφιστεί πια η ανάγκη;
Πόσα ανέγγιχτα σημεία αντέχει ένα κορμί και πόσα ανείπωτα λόγια να φανταστεί η σιωπή;
Πώς να γεμίσεις με έρωτα τα άδεια βλέμματα και πώς τα ανέκφραστα πρόσωπα να τα δεις να χαμογελούν;
Πόσα “Φτάνει! Ως εδώ!” θα καταπιείς; Όλα αυτά τα ερωτήματα προέρχονται από μια κοινή αφετηρία, την προσδοκία.
Προσδοκία είναι αυτό που θα ήθελες να έχεις και που όμως παλεύεις να σε πείσεις πως αυτό ακριβώς έχεις ήδη. Είναι αυτό που φωνάζει η “κακιά και άσπλαχνη” λογική σου και το “ευπαθές” σου συναίσθημα κάνει πως δεν ακούει.
Προσδοκία είναι να περιμένεις ότι το “σχεδόν” θα γίνει κάποια στιγμή “ολόκληρο”.
Είναι εκείνη η ψευδαίσθηση, πως το λάθος τρένο που επιβιβάστηκες, στα επόμενα μέτρα θα εκτροχιαστεί, θα μπει στις σωστές μα ανύπαρκτες ράγες και θα σε οδηγήσει στον σωστό μα επίσης ανύπαρκτο προορισμό.
Και μάλιστα όλα αυτά θα συμβούν, χωρίς να υπάρξουν θύματα!
Εν ολίγοις, η προσδοκία, είναι ένα βίαιο συναίσθημα, που χωρίς τη συγκατάθεσή σου, σε “χρήζει” μάνα και γενάς ελπίδες. Σύντομα όμως κουράζεται και σε εγκαταλείπει. Και τότε εσύ, αναγκάζεσαι να γίνεις η πιο μεθοδική κι εφευρετική…”μητροκτόνος” που επινόησε ποτέ ο πιο αρρωστημένος και προδομένος νους.
Καλείσαι να γίνεις μια σύγχρονη Μήδεια, χωρίς προβολείς, χωρίς θεατές, χωρίς χειροκρότημα…μα κυρίως χωρίς -την προβλεπόμενη στο αρχαίο δράμα – λύτρωση…