Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Αναρωτιέμαι, πώς αλλιώς να στο δείξω, τι άλλο άραγε να κάνω για να καταλάβεις, πως για σένα είμαι εδώ; Σε αναμονή, σε εγρήγορση, σε ό,τι κάθε φορά νιώθω πως θες από μένα.
Έχω σταθεί δίπλα σου τόσο καιρό τώρα, από πότε άραγε θυμάσαι; Υπήρξα και παραμένω στήριγμα, τα αυτιά που έψαχνες να σε ακούσουν, όταν πίστευες ότι δεν σ’ ακούει κανείς, η άλλη άκρη σου όταν ένιωθες πως μόνος βαδίζεις και υπάρχεις σε μια ανελέητη καθημερινότητα που ούτε τον εαυτό σου καλά καλά δεν προλάβαινες να νιώσεις.
Το ‘χω πληρώσει ακριβά αυτό το νοιάξιμο.
Σε άφησα να βγάλεις τα ζόρια σου πάνω μου, έγινα κάτι σαν σάκος του μποξ σε λογής διαθέσεις σου, σου επέτρεψα να το παίξεις αρχηγός, να νιώσεις ότι έχεις τον πλήρη έλεγχο σε όλο αυτό που μαζί συνδέουμε, Σε άφησα να καταλάβεις ότι σε αυτό που έχουμε όλα ξεκινούν από σένα και καταλήγουν σε σένα και εγώ είμαι κάπου γύρω για όσο παρίσταται η αγωνιώδης ανεκπλήρωτη ανάγκη σου. Και μόνο έτσι.
Δεν σε χρέωσα τίποτε ποτέ, δεν έκανα παράπονα, δεν μ’ αρέσει η γκρίνια άλλωστε, ξενερώνω και μόνο στην ιδέα και στο μίζερο αποτέλεσμα της που εξαναγκάζει κάθε φορά το νοιάξιμο.
Μόνο να βρε ψυχή μου αξίζω και γω ένα δικό σου έρχομαι, χωρίς δεύτερη σκέψη, στο δικό μου σε χρειάζομαι;
Ακόμη κι όταν το δείχνω έμμεσα, όταν δεν θέλω να σε φορτώσω επιπλέον με τα δικά μου, όταν σε ψάχνω και συ εξαφανίζεσαι, όταν βρίσκομαι συνεχώς αντιμέτωπη και εκ περιτροπής μεταξύ απόρριψης κλήσης και αναπάντητων μηνυμάτων. Γιατί απλά εσύ δεν προλαβαίνεις, δεν έχεις ποτέ χρόνο για μένα ή μάλλον δεν έχω υπάρξει πρώτη σου προτεραιότητα στον γεμάτο υποχρεώσεις χωρόχρονο σου.
Ποτέ δεν έχεις επιτρέψει στον εαυτό σου να μου δείξει ότι μπορώ να μονοπωλήσω το ενδιαφέρον σου όταν εγώ το χρειαστώ, ότι μπορώ να σε έχω στη διάθεσή μου επειδή το θέλησα τη στιγμή που το θέλησα έστω και μέσα από ένα τηλεφώνημα αρχικά.
Δεν ξέρω πώς το έχουμε καταφέρει αυτό το γαϊτανάκι εμείς οι δύο, δεν είμαι σίγουρη ότι δεν σού είναι εξαιρετικά βολικό και ειλικρινά δεν ξέρω γιατί επιμένω να παίζω τελικά αυτό το παιχνίδι με δικούς σου ρυθμούς.
Εσύ το πήγαινε, εσύ το έλα, το φεύγα , το επέστρεφε. Και γω η υπομονή προσποιημένη να σε δικαιολογώ πάντα στο όνομα της τρεχάτης σου ζωής.
Είμαι δηλωμένα εδώ, πάντα κάπου γύρω σου να υπάρξω παρούσα στην ανάγκη σου.
Και εσύ τελικά, όταν εγώ ζητήσω κάτι, όταν απλά θελήσω να πάρω λίγη από την ορμή σου για ζωή από κείνο το σχεδόν εφηβικό σου πρόσταγμα όλα τώρα γρήγορα που είσαι;
Πότε εμφανίζεσαι, πότε σταματάς για να σταθείς στο θέλω μου;
Το έχω αναρωτηθεί πολλές φορές, γιατί είναι τόσες οι στιγμές που σε ψάχνω, που δηλώνεις αόριστα ότι έρχεσαι ότι καταλαβαίνεις τι τρέχει και θα εμφανιστείς αλλά φωνάζει τελικά η απουσία σου. Γιατί πάλι κάπου χάθηκες, κάτι άλλο προηγήθηκε και σε πήγε αλλού.
Και τον τελευταίο καιρό αυτό το κάνεις συνέχεια. Σαν να με δοκιμάζεις, σαν να θες να τσεκάρεις πόσο αντέχω με τον απαιτητικά κακομαθημένο σου εαυτό που νομίζει ότι προηγείται των πάντων.
Και επειδή έχεις πραγματικά καταφέρει να τεντώσεις το σχοινί και επειδή δεν ξέρεις (και σου εύχομαι να μην μάθεις τελικά) πως είναι το ξέσπασμα του υπομονετικού ανθρώπου, όταν θα λες ότι θα έρθεις να έρχεσαι τελικά.
Να έρχεσαι, γιατί εδώ σε περιμένει η ζωή
Γιατί εδώ υπάρχει ζωή
Για σένα.
Και κάτι μού λέει ότι δεν είσαι προετοιμασμένος για το χωρίς της.
Γιατί τα δεδομένα γίνονται ζητούμενα χωρίς προειδοποίηση.