Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Οι άνθρωποι λένε σ’ αγαπώ μα δεν το εννοούν.
Σ’ αγαπώ σημαίνει θα έκανα τα πάντα για να σε κρατήσω κοντά μου.
Δίνω ότι μου ζητήσουν για να μην σε χάσω από τη ζωή μου.
Και μετά φεύγει και κλαις και αναρωτιέσαι γιατί.
Γιατί;
Γιατί δεν έδωσες τον εαυτό σου για να κρατήσεις αυτήν την αγάπη. Την αγάπη που έλεγες, που έκλαιγες όταν έφευγε από το μυαλό σου, μόνο από το μυαλό σου.
Που ούρλιαζες μέσα σου όταν δεν υπήρχε πια στα μάτια σου κάθε λεπτό. Κάθε ένα λεπτό, σε κάθε δύσκολη σου στιγμή, σε κάθε χαρά σου.
Πως περιμένεις να μείνει μέσα σου, δίπλα σου όταν δεν κανείς τίποτα για να την κρατήσεις.
Φεύγω σου λέει, στο δείχνει και εσύ εκεί άκαμπτος δίχως να κουνήσεις ούτε καν τα ματοτσίνορα σου, βουβός δίχως μια λέξη στην άκρη των χειλιών σου, δίχως μια αγκαλιά στα δυο σου χέρια, στα χέρια που κάποτε ευχόσουν να έχεις μόνο εκείνη, μόνο την αγάπη.
Δεν μπορούσες είπες, δεν μπορούσες να σαλέψεις.
Σε νίκησε ο φόβος, ο φόβος που κάποτε ήταν το πιόνι σου και τώρα έγινες δικό του.
Γιατί;
Γιατί δεν ήξερες τι πραγματικά θα πει αγάπη.
Η αγάπη δεν είναι ένα τέρας των ονείρων σου που προσπαθεί να κλέψει το εγώ σου αλλά ένα ξωτικό που θέλει να σου δώσει το ωραιότερο αγαθό του κόσμου.
Αγάπη θα πει ότι νιώθει ο καθένας πιο δυνατό και από τον ίδιο του τον εαυτό.
Αγάπη θα πει εσύ, εσύ και εκείνη μαζί!
Μαζί σημαίνει αγάπη.
Παντού, πάντα, σε όλα τα δύσκολα ή εύκολα ετούτης της ζωής.
Αγάπη, αγάπη ατελείωτη δίχως φόβους και φευγιό.
Αγάπη που τα νικάει όλα, χρόνια και χρόνια τώρα, πάντα και για πάντα.
Αγάπη που μαλακώνει την ψυχή σου, το μυαλό, που σε κάνει να βλέπεις τη ζωή με αλλά μάτια, με τα μάτια της.
Και εσύ;
Εσύ αγάπησες πιο πολύ το είναι σου από εκείνη.
Εκείνη που στα έδωσε όλα, που σου πήρε το σκοτάδι και σε γέμισε με δώρα.
Εκείνη που σε έμαθε να πηγαίνεις στην άκρη του γκρεμού δίχως να κοιτάς κάτω και να παγώνεις.
Εκείνη που ήταν δίπλα σου σε όλα.
Και ακόμα θα είναι, θα γυρίσει πίσω όποτε και αν της το ζητήσεις.
Ξέρεις γιατί;
Γιατί δεν έπαψε ούτε θα πάψει ποτέ να είναι μέσα σου.
Η αγάπη θα υπάρχει για πάντα εκεί βαθιά μέσα σου έως ότου αποφασίσεις να την ξυπνήσεις.