Οι δαίμονες μόνο από αγγέλους σώζονται, ποτέ από λύκους
Γράφει η Ελένη Αράπη.
-Δευτέρα τη Μαρία, Τρίτη την Ιωάννα, Τετάρτη τη Δήμητρα, Πέμπτη τη Σίσσυ, Παρασκευή κενή, δεν άντεξε η Γεωργία – Αιγόκερως, σκληρό καρύδι, με πέταξε έξω απο το σπίτι, χωρίς ούτε ένα κλάμα. Με στοιχειώνουν τα δακρυσμένα μάτια.
-Σάββατο η Σοφία, Κυριακή η Στέλλα.
Μένει κενή η Παρασκευή.
Δική σου.
Αν πάλι δεν μπορείς θα κάνω κάποια αλλαγή.
Θα σε έχω σταθερή.
Έναν χρόνο θα ‘σαι στις βασικές, ποτέ αναπληρωματική.
Βασική παίκτρια στον αγώνα της ικανοποίησης μου.
Κι αν τον κοιτάζεις με λατρεία θα σαι η αρχηγός της ομάδας.
Θα …θα…θα…δεν ξέρω γιατί μα εσένα σε θέλω.
-Μίλα μου συμφωνείς;
Τον κοίταγε αποσβολωμένη.
Δεν είναι που την σόκαρε, μόνο που δεν ήξερε αν πρέπει να τον βαρέσει ή να τον αγκαλιάσει.
Ηταν που τις έμοιαζε τόσο· λύκος.
Ξεσκιζε τα θύματα χωρίς δεύτερη σκέψη.
Ποθούσε μόνο την κατάκτηση, βασική επιβεβαίωση του ανδρισμού τα δακρυσμένα μάτια κι ας τον στοιχειωναν αυτά τα μάτια.
-Μίλα μου σου λέω, τα μάτια σου με διαπερνούν με κόβουν σαν μαχαίρια, με αγκαλιάζουν και με πονούν, μίλα μου γαμώτο.
Ήταν όμορφος, αρσενικό.
Εξυπνος, διεισδυτικός, την ήξερε καλά, την στόχευε κατα μέτωπο, εξαιρετικό σημάδι, πολεμιστής.
Ηταν σίγουρη ότι καμία γυναίκα δεν θα μπορούσε να του αντισταθεί.
Τον θαύμαζε, δεν ήταν πρόβατο, ήταν λύκος.
Η αλήθεια του δεν την σόκαρε πια, όσο κι αν της κάρφωνε την ψυχή ήταν αλήθεια. Δεν έβγαινε λέξη απο το στόμα της μόνο φλόγες απο τα μάτια της.
– Μίλα μου γαμώτο σου!
Η σάρκα της ριγούσε, ηλεκτριζόταν σε κάθε άγγιγμα του την διαπερνούσε.
Ηξερε πολύ καλά αυτό το παιχνίδι.
Αυτός ήταν αυτή.
Δεν άκουγε τίποτα πιά, παρατηρούσε μόνο το κουκούλι της ψυχής του, το ρηχό του κουκούλι, που τόσο ήθελε να αποκτήσει βαρύτητα.
– Εντάξει, με έπεισες, θα τις διώξω όλες για μια βδομάδα, για ένα μήνα, για πάντα.
Θα είσαι εσύ η Γυναίκα μου.
Σε παρακαλώ σε εκλιπαρώ, σώσε με, μόνο εσύ μπορείς, μόνο εσύ είσαι η γέννα μου.
Σε θέλω δαιμονισμένα.
Τα μάτια της άστραφταν πιά, δεν μπορούσε να ελέγξει τη σάρκα της, όρμησε, τον δάγκωσε στον λαιμό, εκεί στον αντρισμό του. Γεύτηκε το αίμα του, το τόσο οικείο της αίμα.
Του ψιθύρισε ότι οι δαίμονες μόνο από αγγελους σώζονται, ποτέ απο λύκους.
Έφυγε χωρίς ούτε ένα βλέμμα.
Λύκαινα με συνείδηση τροφή στις ερινύες.
LoveLetters