Γράφει η Ιωάννα Ντρε
Όταν ήρθες στη ζωή μου μου έδωσες χαρά γιατί σε εμπιστεύτηκα, σε αγάπησα και έβλεπα να με θες κι εσύ το ίδιο. Μου έδωσες τόση χαρά στην αρχή αλλά δε κράτησε για πολύ. Το καλό μου το φύλαγες για το τέλος. Μου τη πήρες πίσω τη χαρά και τη μετέτρεψες σε στενοχώρια.
Ήσουν μαζί μου από συνήθεια. Επειδή δεν έβρισκες κάτι καλύτερο εκείνη τη περίοδο. Επειδή απέφευγες τη μοναξιά. Επειδή ήθελες κάπως να καλύπτεις τα κενά στη καθημερινότητα σου κι ενώ στη συνέχεια άρχισε να βγαίνει στην επιφάνεια η αδιαφορία σου και στο έλεγα εσύ με έβγαζες τρελή ότι όλα είναι όπως πριν. Είχες το θράσος να με δουλεύεις μες τη μούρη μου για να ικανοποιείς μόνο την πάρτη σου αψηφώντας τα αισθήματα και τη ψυχολογία μου.
Δε σου έκοβε να σκεφτείς ότι κάποιος πονάει εξαιτίας σου;
Και να το σκέφτηκες αδιαφορούσες ε; Σωστά γιατί να σε νοιάξει. Τι σου ήμουν στο κάτω κάτω.
Μια άγνωστη που αν δε με πλήγωνες εσύ θα με πλήγωνε κάποιος άλλος.
Επειδή εσύ είσαι όμως αναίσθητος δε σημαίνει ότι είναι και οι υπόλοιποι.
Δεν έχουν όλοι πέτρινη καρδιά όπως εσύ. Ευτυχώς υπάρχουν και εξαιρέσεις που όμως όταν την πατάς ξανά και ξανά από κάτι τύπους σαν εσένα δε τις βλέπεις τις εξαιρέσεις μετά. Φοβάσαι να αφεθείς και να ξεδιπλώσεις τον εαυτό σου ξανά για να μη πληγωθείς και πάλι.
Όμως όταν βρεθεί ο ένας ο ξεχωριστός, από κείνες τις εξαιρέσεις θα φανεί στο τέλος. Γιατί εκεί πλέον μετράς κάποιον. Στην αρχή όλοι καλοί είναι αλλά ποιος έχει τη δύναμη και τη θέληση να παραμείνει μέχρι το τέλος είναι το θέμα. Εκεί κρίνεται η αξία του.