Γράφει η Γεώρα
Η λάμπα στο γραφείο τρεμοπαίζει. Είναι σαν να μου λέει πως πρέπει κάποια στιγμή να αφήσω αυτό το βιβλίο από τα χέρια μου και να πάω να κοιμηθώ.
Όμως εγώ εκεί με το μεγάλο μου πείσμα, συνεχίζω να διαβάζω κι ας μου κλείνουν τα μάτια κι ας χρειάζεται να διαβάσω δύο φορές την ίδια πρόταση για να την καταλάβω.
Στην ουσία δεν θέλω να πάω να κοιμηθώ! Δεν θέλω σκέψεις να με πλησιάσουν. Προσπαθώ να αποσπώ την προσοχή μου με τις λέξεις αυτού του βιβλίου. Και στην πραγματικότητα τρώω το παραμύθι που μου πλασάρω.
Η ώρα στο ρολόι δείχνει τρεις τα ξημερώματα και ‘γω έχω διαβάσει τρεις φορές την ίδια σελίδα, αλλά μόνο τη δική μου φωνή ακούω στο κεφάλι μου. Κλείνω απότομα το βιβλίο και πάω προς το παράθυρο, ανοίγω τη λευκή κουρτίνα και ο ουρανός έχει το πιο σκούρο μπλε που έχω δει ποτέ μου.
Σαν την ψυχολογία μου ένα πράγμα σκέφτομαι! Όμως μέσα σε αυτό το μπλε, υπάρχει ένα μοναδικό αστέρι. Τη νύχτα αυτή βρίσκει τη δύναμη ολομόναχο και φωτίζει τον ουρανό. Σαν ένα θετικό και αισιόδοξο σημάδι. Είναι επιλογή που θα στρέψεις την προσοχή σου. Στο σκούρο μπλε του ουρανού ή σε εκείνο το αστέρι; Και με αυτή τη σκέψη αποφασίζω να πάω να κοιμηθώ μιας και μισή ώρα χαζεύω αυτό το αστέρι!
Το ξυπνητήρι χτυπάει και΄γω πατάω αναβολή, γυρίζω πλευρό και σκέφτομαι, γιατί δεν έφυγες; Γιατί δεν έφυγες προτού όλα αυτά τα συναισθήματα σε πατήσουν; Προτού συσσωρευτούν και σε βαραίνουν σαν βουνό; Απάντηση καμία!
Είμαι ανάμεσα σε εκείνο το ροζ και το κόκκινο φόρεμα. Σκέφτομαι πως ίσως είναι υπερβολικό το κόκκινο όμως από την άλλη το ροζ πάντα το σιχαινόμουν. Δεν έχω ιδέα γιατί δεν το έχω χαρίσει κάπου. Δεν θα το φορέσω ποτέ. Χτυπάει το τηλέφωνο «Είσαι έτοιμη, είμαι από κάτω», «Έρχομαι!». Παίρνω το μαύρο παλτό μου και φεύγω!
-Δεν είσαι καλά! Φαίνεται, αλλά το κόκκινο πολύ σου πάει φιλενάδα!
-Σε ευχαριστώ, πετάς πρώτα την αλήθεια και μετά το κομπλιμέντο, με γλύκανες βρε! Μπορούσες να παραλείψεις το πρώτο σχόλιο.
-Ναι μπορούσα, αλλά δεν θα ήμουν εγώ. Πάμε για κουτσομπολιό. Να σχολιάσουμε λιγάκι τον αχαΐρευτο.
Και σκάμε στα γέλια.
Στη ζωή χρειαζόμαστε φίλους, λίγους, καλούς και αληθινούς. Εκείνους που όταν βυθιζόμαστε στο μαύρο δεν μας τραβάνε κατευθείαν στο άσπρο γιατί ξέρουν πως πρέπει να βιώσουμε τη διαδικασία του πόνου για να γίνουμε πιο δυνατοί. Δεν μας αφήνουν όμως και στο μαύρο, μπορούν να το κάνουν ένα ωραιότατο μωβ, γκρι ή και κίτρινο. Δεν μιλάω για τα χρώματα παιδιά, για τις διαθέσεις μιλάω, ένα χαζό αστείο, λίγη αλήθεια, ένα πείραγμα και ξεπερνιούνται όλα!
-Τι έκανες λέει; Εσύ κοπέλα μου ξεπέρασες και μένα!
-Μα δεν γινόταν, αν δεν του έστελνα λουλούδι για την ημέρα των ερωτευμένων θα έσκαγα.
-Είσαι τελείως τρελή το ξέρεις;
-Ναι(!) γι’αυτό κάνουμε και παρέα. Εντάξει το έκαψα με την υπεραλάνυση αλλά τι να κάνουμε, καλύτερα να μείνει κάτι γλυκό από αυτόν τον χωρισμό. Συγκυρίες είναι αυτές, μα να χωρίσω λίγο πριν την ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου και είχα σχεδιάσει κάτι πολύ ωραίο. Εσύ θα φας τις πάστες που έχω πάρει.
-Να ξέρεις θα πονέσει στην αρχή αλλά όλα θα πάρουν το δρόμο τους μετά.
-Το ξέρω, γι’αυτό και έγραψα δύο λογάκια στην κάρτα που του έστειλα. Κρίμα που δεν τα καταφέραμε. Ας ελπίσουμε πως θα βρούμε την ευτυχία και οι δύο!
-Παραγγέλνω σαμπάνια. Φτάνει ο καφες…
Και σκάμε στα γέλια. Και σαν αστραπή περνάς στη σκέψη μου και μία ειδοποίηση από σένα στο κινητό μου να λέει «Σου πάει πολύ αυτό το κόκκινο φόρεμα που φοράς!» Χαμογελώ, είσαι στο απέναντι καφέ κοιταζόμαστε κλεφτά ξέροντας πως πρέπει να συνεχίσουμε χωριστά!