Θα μας θυμάσαι καθόλου ή θα ρίξεις μαύρη πέτρα; (Μέρος 1ο)
Γράφει ο Nickolas M.
Τους θυμάμαι όλους. Τα θυμάμαι όλα…
Δεν θα καταλάβω ποτέ το χούι μου να βουτάω με τα ρούχα. Το έκανα και χθες και μ’ έβλεπαν τα πιτσιρίκια σαν ούφο. Πλάκα είχε να βλέπεις την έκπληξη στα πρόσωπα τους. Ναι, ναι, ξέρουμε ακόμα και στα 45 να ζούμε ρε! Απεχθάνομαι άλλωστε να κάνω αυτά που κοροϊδεύω, τύπου «εμείς στα χρόνια σας» κλπ. κλπ. Ο καθένας τη ζωή του άλλωστε…
Πρώτη γουλιά κρασί, πρώτη ρουφηξιά τσιγάρο…
– Ρε τρελέ βγάλε τα ρούχα σου τουλάχιστον!
Δεν ξέρω γιατί το κάνω. Δεν πίνω ποτέ τόσο που να μη θυμάμαι ή να μην έχω τον έλεγχο. Αλλά είπαμε, πρώτα βγαίνει η ψυχή…Ίσως κάτι σαν λύτρωση.
– Πώς βρεθήκαμε Μαύρο Λιθάρι ρε παιδιά; Λιμανάκια δεν είμασταν;;
– Είναι που δεν πίνεις ποτέ ρε!
Ίσα που τους ακούω. Πολλά έχουν δει αυτά τα βοτσαλάκια. Κι αυτός ο έρμος ο καντινιέρης που μας ανέχεται.
Δεύτερη γουλιά κρασί, δεύτερη ρουφηξιά…
«Εγώ δε φταίω που γεννήθηκα ερωτιάρης..»
Μόνο εμείς τα ξέρουμε αυτά που παίζουμε. Δεν πειράζει και «τα παιδιά από την Πάτρα» με τέτοια άγνωστα έκαναν καριέρα. Άλλο που εμείς το μόνο κοινό που έχουμε είναι η Πάτρα.
– Παίδες να παίξουμε κανά Σιδηρόπουλο;
Το άγριο κοίταγμα μας συνεφέρει τον ιερόσυλο πιτσιρίκο. Καλά, δεν ακούει τί παίζουμε τόση ώρα; Φύγε ρε φλώρε!
– Πού πάει αυτή η γενιά ρε φίλε;
– Κάνα Καζαντζίδη δεν τους έβαζε ο πατέρας τους να πούμε;
– Είχες και στο χωριό σου Σιδηρόπουλο ρε μικρέ;;
Χαμογελάω αλλά δεν ακούω. Όλη μας η ζωή γύρω από έναν μώλο. Μουσική και άραγμα. Χωρίς μέλλον, χωρίς σχέδια.
– Τί θα κάνεις μετά από δω ρε;
– Θα μας θυμάσαι καθόλου ή θα ρίξεις μαύρη πέτρα;
– Πέρνα καμιά φορά να μας βλέπεις ρε!
Όλοι εδώ είστε γαμώτο. Σε ένα μικρό ψαροχώρι στη Σίφνο…