Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Κι είναι και κάτι θηλυκά ρε φίλε που δεν παίρνουν χαμπάρι, ότι έχουν να σου πούνε, θα σου το πούνε μέσα στα μούτρα σου.
Που δεν έχουνε τρόπους, ο μόνος τρόπος τους είναι το ευθεία.
Που φοράνε ρούχα γυναικεία, μα στην ψυχή τους φοράνε παντελόνια.
Είναι και κάτι θηλυκά που ξενυχτάνε με δαίμονες στο διπλανό τους μαξιλάρι, μα το πρωί νίβουν τα μούτρα τους, μαζεύουν τα μανίκια και χαμογελούν, σαν να μην τρέχει τίποτα.
Που όλο το βράδυ χώνουνε τις μούρες τους μες την κουβέρτα τους, και τραγουδάνε με αναφιλητά τραγούδια μοιρολόγια, μα όταν χαράξει, ανοίγουν το ραδιόφωνο σε ποπ και τσιφτετέλια, για να τους ξεγελάσουν όλους γιατί δεν γουστάρουν να τις λυπηθεί κανένας.
Που ως τα ξημερώματα πρήζουν τα μάτια τους με δάκρυα, γαμώτο και γιατί, όμως όταν περνούν την πόρτα το πρωί, την τραβούν με δύναμη κι όλα τα αφήνουν πίσω.
Είναι ρε φίλε κάποια θηλυκά, σωστά μαγκάκια, που την χορεύουν την ζωή βαρύ ζεϊμπέκικο και δεν περιμένουν ούτε έναν κερατά να τους ανοίξει μια σαμπάνια, χορεύουνε για πάρτη τους.
Που περπατάνε σαν γυναίκες, όμως το βήμα τους βροντάει υπερηφάνεια.
Που την παίζουν κομπολόι την ζωή, με χάντρες βαριές και κεχριμπαρένιες.
Είναι σου λέω και κάποια θηλυκά, που δεν μασάνε μια, που τρέχουν ξοπίσω τους μιλιούνια από αντράκια, μα αυτές ψάχνουν για άντρες. Όχι για να τις σώσουνε, αλλά για να νιώσουνε γυναίκες επιτέλους, για να βρουν κάτι όμοιο με εκείνες σε ψυχή, για να έχουν κάπου να εξομολογηθούν τους πόνους τους και να τις καταλάβει.