Γράφει η Λίνα Παυλοπούλου
Γερό τράνταγμα θα έρθει, αφού δε θες να ξυπνήσεις.
Μη ρωτήσεις όμως μετά, γιατί;
Κι οι πέτρες νερό θα βγάλουν.
Μέσα απ’ τους βράχους με ορμή θα ξεπηδήσουν πίδακες, από χρόνια καταπιεσμένοι.
Άλλο ν’ αντέχεις κι άλλο να υπομένεις.
Άλλο να ‘σαι ανθεκτικός, κι άλλο να ανέχεσαι μονίμως.
Το μερίδιο ευθύνης μην το ψάξεις και πάλι έξω απ’ τον εαυτό σου.
Φταις! Κι όσο για δικαιολογία βάζεις τα παιδιά σου, φταις δυο φορές περισσότερο!
Ανήμπορος από χρόνια, απόκαμες να περιμένεις τη λύση έξω από σένα.
Και τώρα λίγο πριν να ‘ναι αργά, έχεις ακόμα χρόνο, ακόμα προφταίνεις άνθρωπε.
Όλα για σένα γίνονται, μα εσύ απουσιάζεις από τον εαυτό σου.
Κοιμάσαι με μάτια ορθάνοιχτα απ’ το φόβο.
Κοιμάσαι και κοιμίζεις τα παιδιά σου.
Δε λογιέσαι πια για άνθρωπος, μα με κάτι που του μοιάζει.
Να μπορούσες αυτή τη γουρλωτή ματιά να την χωρέσεις.
Μα, δε μπορείς και ψάχνεις χίλιους τρόπους να κρυφτείς από το Φως που δεν μπορείς να αντέξεις.
Έμαθες στην πίεση, στην καταπίεση, στην υποταγή και βάφτισες την σκλαβιά, “ελευθερία”.
Τόσα χρόνια ολάκερα, σκυφτός και μίζερος μες στην σπηλιά σου ζεις και αναπνέεις τον αέρα που σου δώσανε και βάφτισαν “οξυγόνο”.
Και τόσος λόγος σήμερα γι αυτή την περιβόητη λέξη.
Μόνο που από μόνος σου άνθρωπε, χρόνια τώρα, έχεις ξεχάσει να αναπνέεις, να ζεις, να ξυπνάς.
Τώρα, σε λίγο που θα ξεσπάσει όλη η αποστασία σου χρόνια ολόκληρα από εσένανε τον ίδιο, μην απορήσεις το γιατί.
Πόσο να αντέξεις να κρατάς μια μπάλα μέσα στη θάλασσα;
Πόσο να περιορίσεις το χαμόγελο και το γέλιο ενός παιδιού που θέλει να παίξει;
Πόσο να πνίξεις το δάκρυ στα μάτια ενός πονεμένου;
Πόσο να απομακρύνεις τον ερωτευμένο απ’ τον έρωτά του;
Πόσο να χωρίσεις τη μάνα απ’ το παιδί της;
Πόσο ο στοργικός πατέρας να βλέπει να αυτοκαταστρέφονται τα παιδιά του και να μένει άπραγος;
Έρχεται η ώρα που οι αντοχές τελειώνουν, τα νεύρα τεντώνουν, τα όρια σπάνε και τότε τίποτα και κανένας δεν μπορεί να ελέγξει τη μανία της φύσης να βρει τον εαυτό της.
Γιατί πόσο νομίζεις μπορεί να αντέξει κάποιος κάτω απ’ το νερό χωρίς οξυγόνο;
Οι πιο ώριμοι που φρόντισαν να βρίσκονται πάνω από την επιφάνεια του νερού, στην κορυφή του βράχου και να παρατηρούν την κίνησή του από εκεί, αυτοί και θα παραμείνουν ψύχραιμοι, όταν η μπόρα θα ξεσπάσει.
Ας είμαστε προετοιμασμένοι!