Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Αυτοεγκλωβισμός. Σε πόσους σαν εμένα λέει πολλά αυτή η λέξη που μόλις καπου διάβασα.
Πόσοι δεν αυτοτιμωρούνται σχεδόν μια ζωή, σχεδόν από τότε που θυμούνται τον εαυτό τους βιώνοντας μια σχεδόν καταδίωξη του θέλω τους. Ένας αυτόπεριορισμός σαν μπουκωμένη ανάσα. Λίγος αέρας, λίγος ουρανός κι η θάλασσα μακρινό όνειρο.
Πόσοι έμαθαν να γράφουν, να κρατούν ημερολόγια γιατί δεν τους άκουγε ποτέ πραγματικά κάνεις, πόσοι κρυφτηκαν πίσω από πόρτες ερμητικά κλειστές, πόσοι ένιωσαν μαύρα πρόβατα σε μιαν αγέλη λευκών και τάχα μου ασπιλων που όλα φαίνονται καθώς πρέπει και λειτουργούν για τα μάτια του κόσμου και για την επιβράβευση των πολλών;
Πόσοι φοβούνται πια να βρουν τη χαρά και την ανεμελιά να νιώσουν παιδιά χαζοχαρουμενα γιατί τους έπεισαν ότι η ζωή είναι ένας διαρκής αγωνας;
Πόσοι ξυπνούν κάθε μέρα με το πρέπει και το πρόγραμμα πρώτο σαν να ήρθαν εδώ πανω τούτη τη φορά για να εξυπηρετήσουν, για να τραβήξουν κουπί, για το καλό της κοινωνίας, για την καλή μαρτυρία των γύρω;
Ποσοι έχασαν το είναι τους ξέχασαν ποιοι είναι και ξημεροβραδιαζονται στον αυτόματο φοβούμενοι να σταματήσουν λιγάκι να ρωτήσουν τον εαυτό τους πως αληθινά είναι;
Ποσοι σαν εμένα; Σαν εσένα;
Κι επειδή σήμερα αποφάσισα να γυρίσω τα ματάκια μέσα κι όχι από την τρέλα μου (αυτή η δημιουργική γραφή μου έχει κάνει μεγάλη ζημιά τελικά) τουλάχιστον σου έστησα καθρέφτη. Ελα τώρα να κοιταχτουμε εκεί βαθιά μέσα στα μάτια.
Κι εγώ κι εσύ και τα άλλα θέλω κι άλλα κάνω μας. Κι ας παραδεχτούμε ότι είμαστε οι χειρότεροι εχθροί μας. Από αυτό που τρέχουμε να φυλαχτουμε οργιάζει μέσα μας. Και τσιριζει γιατί το πνιγούμε…
Ναι μπορείς να δακρύσεις τώρα. Επιτρέπεται δεν μας βλέπει κανείς… Μόνοι μας είμαστε. Εσύ κι εγώ και αυτό το θέλω να είμαι που δεν είναι. Για να γίνει κάποια στιγμή… Αχ πόσο θα θελα μιαν αγκαλιά…