Γράφει η Blonde Commando
Ήλθες ξανά αυτή τη φορά μαζί με το φθινόπωρο. Το ήξερα καιρό ότι θα γυρίσεις, για την ακρίβεια ήξερα ότι δεν θα φύγω και δεν θα φύγεις ποτέ. Το γνώριζα από την πρώτη στιγμή που σε είδα πριν χρόνια ότι αν στον έρωτα υπάρχει πεπρωμένο, εγώ είχα μόλις βρει το δικό μου. Προόδευα, ομόρφαινα, μεγάλωνα και ωρίμαζα μαζί σου. Έτσι περνούσαν τα χρόνια μετρημένα με τις ανάσες, τα φιλιά σου, τους καβγάδες μας και τους χωρισμούς μας. Ο τελευταίος πόνεσε πιο πολύ απ’ όλους. Πίστευα ότι δεν θα σε ξαναδώ ποτέ και ακόμη χειρότερα ότι δεν θα με αγκαλιάσεις πάλι. Δεν απάντησα στα μηνύματα και στις προσπάθειές σου αλλά έπιανα τον εαυτό μου συχνά να σου απευθύνει το λόγο όπως όταν ερχόσουν μετά τη δουλειά και άραζες στον καναπέ. Τα πιο όμορφα γενέθλια, τις πιο ηλιόλουστες μέρες, τα πιο μεγάλα χαμόγελα ήταν εκείνα που μοιράστηκα μαζί σου.
«Θα γυρίσει. Ποιος είναι τρελός να φύγει από μια γυναίκα που τον αγαπά τόσο πολύ χωρίς να ζητάει τίποτα άλλο εκτός από τον ίδιο;» μου έλεγε ένας φίλος πάνω από ένα ποτήρι κρασί όταν του ανακοίνωνα τον τελευταίο-οριστικό-χωρισμό μας. Έμοιαζε σα να πέρασε μία ολόκληρη ζωή από τότε. Μια ζωή ξερή, χωρίς όνειρα και προοπτική. Η αγαπημένη μας Lana Del Rey έβγαλε καινούριο cd. Τα μαλλιά μου μάκρυναν ξέρεις. Υπήρξα μια πολύ δυνατή γυναίκα παλεύοντας με τα δύσκολα χωρίς εσένα. Κι ένα πρωί κατάλαβα ότι θα χωθώ ξανά στην αγκαλιά σου σαν ένα μικρό παιδί που επιστρέφει από την περιπέτειά του. Γνωρίζοντας πια ότι το εμείς είναι το σπίτι μου. Ξέροντας ότι ανήκω μόνο σε εσένα, έχοντας αποτύχει να ανήκω σε οποιονδήποτε άλλο. Φτιάχνοντας από την αρχή εκείνα τα όμορφα πρωινά που ερχόσουν και έμοιαζαν άνοιξη στο καταχείμωνο. Ζωγραφίζοντας με τη φαντασία μου τις σκηνές που θέλω να ζήσω μαζί σου.
Σου έστειλα μία φωτογραφία μου ντυμένη στα λευκά. «Δεν σε ξέχασα ποτέ. Είχα τις φωτογραφίες σου για υπενθύμιση» είπες. «Πεταλουδίτσα…». Έτσι με είπες και την πρώτη φορά που με συνάντησες θυμάσαι; «Χάρηκα πολύ που σε γνώρισα μικρή πεταλουδίτσα». Μετά από αυτό περίμενα με λαχτάρα να μου ζητήσεις να βγούμε όπως και τώρα που μετρούσε αντίστροφα ο χρόνος μέχρι να πεις «θέλω να σε δω». Δεν ξέρω αν αυτός που ο έρωτας του δεν εξελίσσεται ποτέ είναι καταραμένος ή ευτυχής. Ζει μόνιμα εξόριστος σε μια Χώρα του Ποτέ χωρίς τη ψευδαίσθηση του Πάντα. Καίγεται χρόνια ολάκερα σαν το κερί…όπως την πρώτη φορά που σε είδα…όπως την πρώτη φορά που με φίλησες…όπως την πρώτη φορά που ήλθες εδώ. Κι όλα αλλάζουν αλλά αυτό το συναίσθημα μένει αμετάβλητο, είσαι πάντα το κοριτσάκι του τόσο αιθέρια και τόσο ανυποψίαστη όπως την πρώτη φορά. Πού και πού αναρωτιέσαι αν αντέχουν οι ντελικάτοι ώμοι σου να κουβαλούν κάτι τόσο μεγάλο. «Θα σου φέρω σοκολάτες να τις φάμε μαζί» υποσχέθηκες. Και η ζωή ξαναέγινε σαν τη σοκολάτα: μικρές γλυκές στιγμές που έφερε ο έρωτας για να νικήσει την πίκρα. Το ξέρεις και το ξέρω καλά, οι άνθρωποι είναι πολύ μικροί για να κερδίσουν τη λαγνεία.