Γράφει η Ιωάννα Ντρε
Γνωριστήκαμε σε μια παρέα μέσω κοινών φίλων. Εγώ δεν ήμουν έτοιμη να κάνω σχέση αλλά κάτι πάνω σου μου κέντρισε το ενδιαφέρον και με τη συμπεριφορά που είδα να έχεις απέναντί μου με κέρδισες στην πορεία. Είχαμε μια φυσιολογική, όμορφη σχέση για χρόνια, αλλά το τέλος δεν είχε happy end όπως στις ταινίες.
Τα οικονομικά σου προβλήματα άρχισαν να σε πλακώνουν και η πίεση της δουλειάς είχε γίνει αφόρητη για σένα. Ήμουν πλάι σου, σου συμπαραστεκόμουν και προσπαθούσα να σε κάνω να νιώσεις καλύτερα. Όμως είχα δεμένα χέρια και δεν μπόρεσα να σε βοηθήσω πρακτικά. Κάθε μέρα αποξενωνόσουν όλο και περισσότερο από μένα και μου είπες κάτι “δε γίνεται να είμαστε όπως τον πρώτο καιρό, οφείλω να το πω, η αλήθεια κάποια στιγμή πονάει”.
Βρισκόμασταν αραιά, τηλέφωνα ελάχιστα και μου έδωσες τη σκυτάλη, χωρίς να το δηλώσεις για να αποφασίσω εγώ την πορεία της σχέσης μας. Αν θα παραμείνει ζωντανή, δηλαδή. Όμως χαροπάλευε κάθε στιγμή και προσπαθούσε να ισορροπήσει πάνω σε τεντωμένο σκοινί. Ποιο δρόμο να διαλέξω; Αυτό το ερώτημα με βασάνιζε για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Δεν ήθελα να σε αφήσω μόνο σε μια δύσκολη στιγμή. Το πάλεψα όσο πήγαινε, όμως αν μείνω μαζί σου κι άλλο, η φθορά μέσα μου θα γίνει όλο και πιο μεγάλη και θα μου αφαιρέσει κομμάτια της ψυχής μου όσο η κατάσταση αυτή χειροτερεύει.
Είχες αφεθεί σαν έρμαιο στα προβλήματά σου και με έδιωχνες με τον τρόπο σου. Δεν θέλησες να μείνω κοντά σου και να τα αντιμετωπίσουμε όλα μαζί. Προτίμησες μόνος σου να κατρακυλάς στον τυφώνα της απελπισίας και δεν μου έδινες το χέρι να σε σώσω και να σε φέρω κοντά μου.
Μάζεψα όσο κουράγιο κατάφερα και ήρθα να σε συναντήσω. Πόσο οδυνηρό είναι να ξέρεις πως αυτό που θα ζήσεις θα είναι για τελευταία φορά…
Σου ανακοίνωσα ότι πρέπει να χωρίσουμε. Τα δάκρυά μου όμως με πρόδωσαν και σου φανέρωσαν αυτό που ήθελα πραγματικά, όμως ίσως είναι καλύτερα να λάβει τέλος αυτή η σχέση, ακόμα και αν τώρα θα σου αφήσω και τη μισή μου ζωή φεύγοντας και αυτό θα με κάνει να νιώθω άδεια.
Πήγες να με φιλήσεις. Τραβήχτηκα.
“Ας μην το κάνουμε πιο δύσκολο”, σου είπα και έφυγα.
Μου ήταν δύσκολο να ξεχάσω και υπέφερα πολύ, αλλά άρχισα να βγαίνω και να ξενυχτάω για να ξεφεύγω όσο γίνεται από τον πόνο που βίωνα με την έντονη έλλειψή σου. Αυτό με έκανε να υποφέρω πολύ και δεν το άντεχα.
Με έβλεπαν έξω φίλοι σου και το μάθαινες.
“Όχι αγάπη μου, μη βλέπεις ό,τι προβάλλεται και το κρίνεις. Η αλήθεια είναι σκεπασμένη καλά και την ξεκουκουλώνω όταν είμαι μόνη. Δεν είσαι πια εκεί στα κενά αυτά που βυθίζομαι στον πάτο της στενοχώριας. Μη με βλέπεις λοιπόν που γελάω, κρύβω το κλάμα μου για μένα. Μη κοιτάς που ξενυχτάω, οι ώρες της απέραντης μοναξιάς μου είναι πολλές. Σε αγαπώ και θα σε αγαπώ μέχρι να σταματήσουν οι χτύποι της καρδιάς μου, αυτό να το ξέρεις”, ήθελα να σου φωνάξω, όμως δεν έχει πια νόημα.
Ξέρεις τα συναισθήματά μου και το χαρακτήρα μου. Θα σε αφήσω να πιστεύεις ότι θέλεις αφού πλέον όλα έχουν τελειώσει… Όμως εύχομαι να θυμάσαι τα λόγια που σου είχα πει κάποτε. Είναι τα ίδια με αυτά που θέλω να σου φωνάξω τώρα. Γι’ αυτό θυμήσου και σκέψου πριν βγάλεις κάποιο συμπέρασμα για μένα.