Ο καλοκαιρινός αέρας, δε μπορεί να συγκριθεί με τίποτα.

Γράφει η Ντέμη Κάργατζη

Η Φωτεινή έστρωσε και τη δεύτερη κουβέρτα. Πρωτομηνιά του Νοέμβρη πάντα το δε χούι. Να κατέβει η δεύτερη κουβέρτα απ’ το πατάρι, να βγουν τα κουτιά με τις μπότες μπροστά μπροστά. Να κρεμαστούν κάνα δυο παλτό στον καλόγερο – όχι τα χοντρά χοντρά- τ’ άλλα. Χάζευε στο ίντερνετ κι ένα χαλί για το σαλόνι. Ακριβό. Δεν έφτανε η τσέπη της μέχρι εκεί. “Καλά δεν ήταν το καλοκαίρι; Τι τα θέλουμε τώρα τα χαλιά;”, σκέφτηκε.

Η πρώτη γερή μπόρα, της είχε πέσει βαριά. Το καλοκαίρι τ’ αγαπούσε πάντα. Για λίγο νοστάλγησε την ζεστή άμμο και τη μυρωδιά του αντηλιακού. Τώρα, παράθυρα κλειστά, σώματα καλά κλειδαμπαρωμένα σε μάλλινα, μπουφάν, κάλτσες. Πολύ την εκνεύριζαν οι κάλτσες. Δεν μπορούσε ν’ ανασάνει. Την ελευθερία της ήθελε μόνο. Λες και το κρύο την εγκλώβιζε και την έβαζε σε καλούπια που εκείνη δεν ήθελε να ‘ναι.

See Also

Το παγωτό υπήρχε πάντα στην κατάψυξη της. Τι κι αν την έπιανε ο λαιμός της κάθε φορά που το έτρωγε. Εκεί μ’ επιμονή, να το τρώει όλο το χρόνο. Έτσι για την αντίσταση. Γιατί η καρδιά της έπρεπε να παραμείνει ζεστή. Έπρεπε πάντα να νοσταλγεί το καλοκαίρι της, να το θυμάται και να το περιμένει. Να ελπίζει πως τη φετινή χρονιά θα ‘ρθει πιο γρήγορα από πέρυσι και πρόπερσι. Κι ας είναι ακόμα Νοέμβρης. Αυτό θα ‘ρθει.

© 2023 Love&More. All Rights Reserved. Design by JG Web Design

Contact us

Scroll To Top