Το δίκιο μου έψαχνα ρε μάνα!


Γιατί αν με πληγώσεις, θα σε ξεχάσω κι όταν ξεχνάω,…
Γράφει η Ηρώ Αναστασίου.
Το δίκιο μου έψαχνα ρε μάνα, το δίκιο μου. Εκείνο που στερήθηκα στα χρόνια της σιωπής. Μην μιλάς, μού’λεγες, μην μιλάς. Μην μιλάς στους μικρούς, μην μιλάς στους μεγάλους, μην μιλάς στους δασκάλους, μην μιλάς στους εργοδότες μην μιλάς στους συναδέλφους, μην μιλάς στους φίλους, μην μιλάς στους δεσμούς, μην μιλάς! Και ποιος έμεινε να μιλήσω; Κι εγώ σώπαινα για να μην πονέσω και πόναγα περισσότερο.
Με μια βούληση λαβωμένη, με μια φωνή επιτηδευμένη. Γιατί να σωπάσω, ποτέ σου δεν μου είπες. Σε ποιο δίκιο να πατήσω τώρα πες μου, το δικό μου ή το δικό τους; Που να βρεθεί κορμί να γδύσει την σιωπή μου; Που να βρεθεί φωνή να ντύσει την ψυχή μου; Μιλώ μα δεν ακούγομαι, σωπαίνω κι όλα γύρω μου φωνάζουνε. Μην μιλάς, κλείσε τα μάτια να μην βλέπεις. Μην μιλάς, κλείσε τ’αυτιά να μην ακούς.
Να βλέπεις και να ακούς μόνο τον ήχο της ψυχής σου. Αυτό είναι το δίκιο σου. Γιατί η σκέψη μου δεν σου ανήκει, είναι δική μου, παιδί που γέννησα και μάτωσε στα χέρια μου. Την φλογίζω με δάκρυα, την ραίνω με λουλούδια, την αφαιρώ, την προσθέτω, την διαιρώ και την πολλαπλασιάζω. Κι απ’το αποτέλεσμα μοιράζω το γινόμενο στα βάθη της καρδιάς μου. Δεν ακούω πλέον τίποτα που μου αφαίρεσε κομμάτι απ’την αγκαλιά της ψυχής μου. Γιατί η αγκαλιά μου όλα τα χώρεσε, όλα τα συγχώρεσε, όλα τα μπάλωσε.
Κι αν η τετράγωνη λογική μου αναζητάει την αλήθεια, παίρνει τα σκήπτρα η στρόγγυλη, αυτή που όλα τα κατανοεί κι όλα τα λειαίνει. Και χαϊδεύει την ανάγκη της ν’αγαπάει χωρίς να περιμένει τίποτα σαν αντάλλαγμα. Και κάνει το γκρίζο άσπρο, το μαύρο γαλάζιο και το μουντό κόκκινο. Κι αν σου την σπάει κάποιες φορές, είναι γιατί της ανήκει κάποιο σπάσιμο απ’όλα τα σπασμένα που δεν της αποκρίθηκαν.
Κι αν σκίζω τα χαρτιά της λογικής μου, για μένα το κάνω, για να μπορώ με πάθος να αγκαλιάζω ότι αγαπάω με το δικό μου δίκιο, αυτό που μου ανήκει.
Related
