Γράφει ο Πάνος Θεοδώρου
Η σιωπή έχει δύο όψεις. Μπορεί να είναι δύναμη. Να είναι το όπλο του ανθρώπου που ξέρει πότε να σωπάσει αντί να πει κάτι που θα πληγώσει. Μπορεί να είναι επιλογή αυτοπροστασίας, στιγμές που δεν χρειάζεται να αποδείξεις τίποτα, να εξηγήσεις τίποτα. Να αφήσεις τον χρόνο να μιλήσει.
Αλλά υπάρχει και η άλλη όψη. Εκείνη που καίει. Η σιωπή που δεν είναι δύναμη, αλλά δειλία. Η σιωπή που γίνεται τρόπος να αποφύγεις, να μην πάρεις θέση, να μην αναλάβεις ευθύνη. Και αυτή η σιωπή, κορίτσι μου, είναι η πιο δηλητηριώδης.
Γιατί η σιωπή δεν είναι απλώς έλλειψη λέξεων. Είναι μήνυμα. Μήνυμα που λέει «δεν θέλω να σε αντιμετωπίσω», «δεν θέλω να σου δώσω απάντηση», «δεν θέλω να σταθώ απέναντί σου». Και αυτό το μήνυμα είναι πιο βαρύ κι από τις πιο σκληρές αλήθειες.
Ξέρεις τι πληγώνει περισσότερο; Όχι αυτά που ειπώθηκαν, αλλά αυτά που δεν ειπώθηκαν ποτέ. Οι λέξεις που έμειναν στον λαιμό, τα «σ’ αγαπώ» που δεν βγήκαν, τα «φεύγω» που δεν ειπώθηκαν καθαρά. Η σιωπή γεμίζει κενά, αφήνει σκιές, χτίζει αποστάσεις.
Και όσο περνάει ο καιρός, η σιωπή γίνεται συνήθεια. Γίνεται το «εύκολο». Δεν τσακώνεσαι, δεν μιλάς, δεν εξηγείς. Απλώς αφήνεις τον άλλον να πνίγεται μέσα στο «δεν ξέρω». Μα η αλήθεια είναι πως ξέρεις. Πάντα ξέρεις. Απλώς δεν θέλεις να το πεις.
Γι’ αυτό σου το λέω καθαρά, πως η σιωπή είναι πάντα επιλογή. Μπορεί να είναι επιλογή σεβασμού. Μπορεί να είναι επιλογή αγάπης. Μα όταν είναι επιλογή φυγής, τότε είναι μαχαιριά. Γιατί σε αφήνει να σβήνεις αργά, χωρίς καμία εξήγηση.
Κι ίσως εκεί κρύβεται η μεγαλύτερη προδοσία. Όχι στα ψέματα που ειπώθηκαν, αλλά στις αλήθειες που ποτέ δεν βγήκαν στο φως.
