Γράφει η Ευαγγελία Αλιβιζάτου
Φεύγοντας το καλοκαίρι, έχω πάψει να θυμάμαι. Έχω πάψει να σκέφτομαι αυτά που δεν ήρθαν, αυτά που δεν έφερε η μέρα. Αυτά που θέλησα, αυτά που ονειρεύτηκα. Ίσως αυτά που θα περιμένω το επόμενο καλοκαίρι, ίσως αυτά που θα έρθουν το φθινόπωρο, ή τον χειμώνα. Ίσως την άνοιξη.
Μπορεί να μην έρθουν και ποτέ. Μόνο που εγώ κλείνω τα μάτια. Κλείνω τα μάτια και σε φαντάζομαι. Φαντάζομαι εκείνες τις στιγμές που θα μοιάζουν αληθινές. Στιγμές που θα σε έχω δίπλα μου, που θα νιώθω την αύρα σου, το άρωμά σου, το άγγιγμά σου. Ένα χάδι απαλό, ένα χαμόγελο, ένα αστείο. Κάτι που θα μας κάνει και τους δύο να γελάσουμε. Να γελάσουμε τόσο που να πονέσουμε από το γέλιο.
Σκέψεις μου… τα όνειρά μου. Είναι οι στιγμές μας αυτές που δεν ήρθαν. Αυτές που κάθε καλοκαίρι περιμένω και κάθε καλοκαίρι μου δίνουν μόνο θλίψη. Μα δεν πειράζει. Θα είμαι πάντα αισιόδοξη. Θα περιμένω. Γιατί ποτέ δεν ξέρεις. Ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί. Ποια μοίρα θα σε αγγίξει. Ποια μοίρα θα είναι αυτή που θα έρθει στο δρόμο σου.
Ποια θα είναι αυτή που θα σε αγαπήσει τόσο ώστε να σου προσφέρει όσα εσύ επιθυμείς, όσα εσύ αγαπάς, όσα εσύ ποθείς. Κάπως έτσι νιώθω πάντα, με την ελπίδα και με την αισιοδοξία. Τη θλίψη που νιώθω την κάνω χαρμολύπη. Κλείνω ξανά τα μάτια και σε νιώθω τόσο κοντά μου.
Δεν φοβάμαι. Δεν φοβάμαι τελικά αυτά που δεν ήρθαν. Το μόνο που φοβάμαι είναι μην πάψεις να πιστεύεις σε μας. Μόνο τότε θα λυπηθώ. Μόνο τότε θα πονέσω. Μέχρι τότε όμως εγώ θα περιμένω. Θα πολεμάω. Θα πολεμάω τα φαντάσματα. Θα πολεμάω τις στιγμές εκείνες που μας απομακρύνουν. Θα διώχνω τις Ερινύες.
Θυμάσαι τι είχαμε πει; Ένα σπιτάκι στη θάλασσα μπροστά, γιατί ήμουν ο ήλιος σου. Ίσως να μείνω για πάντα ένας ήλιος χαραγμένος, ένα μικρό τατουάζ στο στήθος. Κράτα με εκεί. Μην το σβήσεις ποτέ.
